Ο Θάνατος του Τενταζίλ

ΟΜΑΔΑ ANGELUS NOVUS - ΑΘΗΝΑ, ΘΕΑΤΡΟ ΒΑΦΕΙΟ, 2009
Συντελεστές

Συντελεστές:

Συγγραφέας: Maurice Maeterlinck
Μετάφραση–Σκηνοθεσία: Δαμιανός Κωνσταντινίδης
Σκηνικά–Κοστούμια: Απόστολος Αποστολίδης
Μουσική: Κωστής Βοζίκης
Κίνηση: Έφη Δρόσου
Φωτισμοί: Ελίζα Αλεξανδροπούλου
Βοηθός σκηνογράφου: Μάρθα Φωκά

 

Διανομή (με αλφαβητική σειρά):


Γιώργος Κρήτος: Αγκλοβάλ
Έλλη Μερκούρη: Δεύτερη Υπηρέτρια
Άννη Ντουμούζη: Πρώτη Υπηρέτρια
Δέσποινα Παπάζογλου: Υγκραίν
Καλλιόπη Σίμου: Τενταζίλ, Τρίτη Υπηρέτρια
Μαρίνα Χατζηιωάννου: Μπελανζέρ

ΤΟ ΕΡΓΟ

Ο Θάνατος του Τενταζίλ είναι το τελευταίο έργο της πρώτης και πιο λαμπρής περιόδου στη θεατρική παραγωγή του Μαίτερλινκ, του πιο σημαντικού αναμφίβολα εκπροσώπου του Συμβολισμού. Είναι επίσης το τελευταίο μιας τριλογίας που τα άλλα δύο της έργα είναι τα: Αλλαδίνη και Παλομίδης και Εσωτερικό, και η οποία δημοσιεύεται το 1894 με τον γενικό υπότιτλο: «τρία μικρά δράματα για μαριονέτες».

H υπόθεση:

Ένα μικρό παιδί, ο Τενταζίλ, επιστρέφει παρά τη θέλησή του στο νησί απ’ όπου τον είχαν φυγαδεύσει οι δυο αδελφές του, η Υγκραίν και η Μπελανζέρ, για να τον σώσουν από τα χέρια μιας ζηλόφθονης και αδυσώπητης γριάς βασίλισσας, της γιαγιάς τους, που επιβουλεύεται τη ζωή του. Αυτή κατοικεί, μακριά από τα ανθρώπινα βλέμματα, στον ζοφερό πύργο ενός ερειπωμένου, πολυδαίδαλου κάστρου, και, όπως αφήνεται να εννοηθεί, ευθύνεται για τον θάνατο του πατέρα και των άλλων αδελφών του νεαρού πρίγκιπα.
Η Υγκραίν και η Μπελανζέρ, μαζί με τον γέρο παιδαγωγό τους, τον Αγκλοβάλ, αναλαμβάνουν να προστατέψουν το παιδί από την βασίλισσα που στέλνει τρεις πεπλοφορεμένες υπηρέτριές της για να το αρπάξουν και να το οδηγήσουν κοντά της. Η πρώτη απόπειρα των υπηρετριών συναντά τη σθεναρή αντίσταση των υπερασπιστών του Τενταζίλ και αποτυγχάνει. Αυτοί, αποκαμωμένοι από την προσπάθεια, αποκοιμούνται. Οι τρεις υπηρέτριες επανέρχονται και καταφέρνουν να αποσπάσουν τον Τενταζίλ από την αγκαλιά των αδελφών του. Το παιδί, έντρομο, καλεί σε βοήθεια. Η Υγκραίν ξυπνάει και ρίχνεται στο κυνήγι των απαγωγέων. Η Μπελανζέρ, που θέλει να την ακολουθήσει, πέφτει κάτω λιπόθυμη.
Η Υγκραίν ανεβαίνει τις αναρίθμητες σκάλες του πύργου και φτάνει μπροστά από μια τεράστια σιδερένια πόρτα. Πίσω της βρίσκεται ο ΤενταΖίλ. Η Υγκραίν με όλες τις δυνάμεις της προσπαθεί να την ανοίξει και να σώσει τον αδελφό της από την αόρατη βασίλισσα που ολοένα και πλησιάΖει απειλητική. Πέφτει στα γόνατα, οδύρεται, παρακαλεί για έλεος, κολακεύει, επαναστατεί, βρίΖει. Μάταια. Η βασίλισσα σφίγγει γύρω από τον λαιμό του παιδιού το δολοφονικό χέρι της. Πίσω από τη σιδερένια πόρτα ακούγεται ο ήχος από την πτώση του μικρού σώματός του. Μπροστά, η Υγκραίν, σωριασμένη κάτω, αδύναμη, σιγοκλαίει, μέσα στα ερέβη του εφιαλτικού πύργου που πληθαίνουν γύρω της.

Θεματικές:

Όχι απλά ο θάνατος. Αλλά ο θάνατος ενός παιδιού. Μια ζωή στην αρχή της. Ακόμη όχι φορτωμένη με ζωή. Καθαρή ακόμη και ακόμη ελπίΖουσα. Για σωτηρία. Για ζωή. Το παράλογο ενός τέτοιου θανάτου. Το παράδοξο. Το άδικο.Όχι απλά ο θάνατος. Η αγωνία μπροστά στον θάνατο. Η επώδυνη μαθητεία του θανάτου. Και η αδυναμία. Η φοβερή αδυναμία του ανθρώπου απέναντι σ’ αυτή την κοινή μοίρα. Το αναπότρεπτο του θανάτου. Η ματαιοπονία της ύπαρξης. Η μύησή της στην ταπεινότητα.
Όχι απλά ο θάνατος. Όχι μόνο το τελεσίδικο. Αλλά και μια πολύ μικρή, αδιόρατη σχεδόν σχισμή σ’ εκείνη τη σιδερένια πόρτα που χωρίζει τη ζωή από τον θάνατο. Μια ανυποψίαστη χαραμάδα. Για τι είδους επικοινωνία άραγε; Για ποια άραγε επιστροφή; Για ποια καινούρια ελπίδα;

ΣΚΗΝΟΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ

  1. Δύο κινήσεις, ταυτόχρονες και αντίθετες:
    • α) απομάκρυνση: τοποθέτηση του δράματος σε χώρους και εποχές παραμυθιού (κάστρο, πύργος, βαθιά, απροσπέλαστη κοιλάδα με νεκρά δέντρα, απροσδιόριστος χρόνος αλλά ενδεχομένως μεσαίωνας, όπως μας προειδοποιούν τα περίεργα ονόματα των ηρώων και κάποια αντικείμενα, το ξίφος του Αγκλοβάλ, π.χ.), πρόσωπα παραμυθιού (βασίλισσα, πριγκίπισσες, νεαρός πρίγκιπας, γέρος ιππότης).
    • β) πλησίασμα: γλώσσα απλή, σχεδόν καθημερινή, και πρόσωπα που δεν συνιστούν χαρακτήρες, ούτε μπορούν να εγκλωβιστούν σε ένα χαρακτηρισμό, αλλά που διέπονται από αγωνίες και ψυχικές διαθέσεις αναγνωρίσιμες και κοινές σε όλους τους ανθρώπους, μορφές που συμπυκνώνουν εντέλει την ιδέα του ανθρώπου σε ό,τι έχει το πιο στοιχειώδες και επομένως το πιο ουσιαστικό, αποφεύγοντας την ανεκδοτολογική ή ηθικολογική χροιά της ιδιαιτερότητας, της γραφικής λεπτομέρειας, τον νατουραλισμό.
      Πάντρεμα του οικείου με το ανοίκειο, του φανταστικού με το πραγματικό, που προαναγγέλλει τον Κάφκα και τον Μπέκετ, τον Μαγκρίτ και τον Μπέργκμαν, τον ΙΙιντερ… Και που η σκηνοθεσία, με κάποιο τρόπο, οφείλει να πετύχει με τη σειρά της.
  2. Ένα δράμα για μαριονέτες. Μαριονέτες που τις κινεί το πεπρωμένο, σύμφωνα με τον Αρτώ. Ο Μαίτερλινκ οραματίζεται, παραδοξολογώντας όπως το συνήθιζε, «ένα ον που θα έχει όλα τα γνωρίσματα της ζωής χωρίς να έχει τη ζωή». Ζητάει άραγε πραγματικά ανδρείκελα για να ερμηνεύσουν το έργο του, ή ηθοποιούς που θα φτάσουν στην αποπροσωποποίηση και στον απόλυτο έλεγχο κινήσεων που χαρακτηρίζει τις μαριονέτες; Και πώς θα καταφέρουν κάτι τέτοιο; Μέσα από ένα ακραίο στυλιζάρισμα, όπως στο θέατρο «Νο», ή, αντίθετα, μέσα από ένα είδος αφαίμαξης και ολοκληρωτικής εγκατάλειψης του εαυτού, που θα τους άνοιγε τον δρόμο για να πλησιάσουν το τραγικό της ύπαρξης και την αναγκαία για τον Συμβολισμό αποπνευμάτωση; Και τι γίνεται με τον λόγο, που μοιάζει τόσο απλός,«φυσικός» σχεδόν και τόσο κοντά στη σιωπή; Που υποδηλώνει μάλλον παρά υπογραμμίζει; Πώς πρέπει να ειπωθούν αυτά τα λόγια, ώστε και η καθημερινότητά τους να διασωθεί και η ποίησή τους να αναδειχθεί και η αλήθεια τους να φτάσει να αγγίξει τον θεατή, χωρίς να κυλίσουν ούτε μέσα στην αδιαφορία και την πλήξη, ούτε μέσα στον στόμφο;

Εδώ έγκειται το στοίχημα και η γοητεία αυτού του εγχειρήματος: στην επίτευξη μιας ισορροπίας -και ταυτόχρονα μιας έντασης- ανάμεσα στο φυσικό και το τέχνημα -ή μήπως το τέχνασμα;-, ανάμεσα στο πραγματικό και το σύμβολο, το υλικό και το άϋλο, ανάμεσα στη ζωή και τη μη ζωή.

Δ. Κ.

ΚΡΙΤΙΚΕΣ

 

-Μαρία Κυριάκη στο Επί σκηνής, Το Θέατρο στο Διαδίκτυο, Μάρτιος 2010

Από την θεατρική ομάδα Angelus Novus παρακολουθήσαμε φέτος μια ζωτικού δραματουργικού ενδιαφέροντος παράσταση του έργου «Ο Θάνατος του Τενταζίλ» του νομπελίστα Βέλγου συγγραφέα Μωρίς Μαίτερλινκ. (…) Ο ευφυής Κωνσταντινίδης επιχείρησε να αποδώσει το σοφό και γεμάτο συμβολισμούς αυτό μύθο, μέσα από μια σκηνοθετική και υποκριτική γραμμή που ανακλά κατευθείαν στην αδυναμία της αυτεξιουσιότητας του ανθρωπίνου όντος. Οι ηθοποιοί του κινούνται σαν μαριονέττες ενώ ταυτόχρονα αποδίδουν τους ρόλους τους σαν να τους είχαν επαναλάβει άπειρες φορές εις το διηνεκές, παγιδευμένοι στη διαρκή κι αδυσώπητη εξουσία της αράχνης-γιαγιάς βασίλισσας, η οποία τους επιβάλλει το να βιώνουν το εφιαλτικό παραμύθι σαν μια ατέρμονη κυκλική πορεία, χωρίς ελπίδα διαφυγής προς τη λυτρωτική διέξοδο της φαλλικής σπείρας. Οι τρεις ανίκητες πεπλοφόρες εμφανίζονται σαν οι κινητήριες δυνάμεις μεγάλων, συντριπτικών όγκων σκοταδιού, που παγιδεύουν το αγόρι και τις δύο αδελφές του, εμποδίζοντας τις κινήσεις τους κι εξαναγκάζοντάς τους σε μια δυναστική υπνοβασία. Η άνοδος-γολγοθάς της αδελφής στα σκαλοπάτια που οδηγούν στο άντρο-θυσιαστήριο, στο οποίο έχει οδηγηθεί ο αδελφός της, αναπαρίσταται σαν μια μαρτυρική πορεία, γεμάτη από οδυρμό και φόβο, μέσα από τη σκηνοθετική επεξεργασία. Η παράσταση μεταποιείται η ίδια στον εφιάλτη, τον οποίο εξιστορεί το δράμα, εξαναγκάζοντας τον θεατή να ταυτιστεί ή να αποχωρήσει ψυχικά και πνευματικά. Μια βαθιά επαναστατική προσέγγιση που ανοίγει έναν νέο δρόμο για τον ταλαντούχο σκηνοθέτη, ο οποίος, αν τον ακολουθήσει συνειδητά στο μέλλον, είναι σίγουρο πως θα οδηγηθεί σε μια μέθοδο που θα επηρεάσει θετικά το θεατρικό προφίλ και της χώρας μας και της ομάδας του. (…)

 

-ανυπόγραφο Στο tripradio.gr, Μάρτιος 2010

(…) Ο σκηνοθέτης καταφέρνει να δημιουργήσει μία απειλητική ατμόσφαιρα και να αναδείξει τους ήρωες σαν σύμβολα-ιδέες. (…) Είμαι πολύ ευτυχής που ο σκηνοθέτης επέμεινε στο εξπρεσιονιστικό παίξιμο και οι ηθοποιοί του το υποστήριξαν έτσι, με αξιοσημείωτη την Δέσποινα Παπάζογλου στον πρωταγωνιστικό ρόλο της Υγκρέν. Αργές κινήσεις, έντονοι μορφασμοί προσώπου που θυμίζουν κάτι από Δρ. Καλιγκάρι, και εικόνες-στιγμιότυπα, όπως αυτή του φινάλε, ήταν μια αναπάντεχη έκπληξη στον κατακλυσμό του ρεαλιστικού ή/και μεταμοντέρνου πανικού στον οποίο ζει το θέατρο στις μέρες μας.

 

Λέανδρος Πολενάκης, «Ο θάνατος του Τενταζίλ στο Θέατρο Βαφείο – Μια παράσταση υπόδειγμα με την ομάδα Angelus Novus», Αυγή της Κυριακής – 04/04/2010

(…) Το έργο μεταφράζει θαυμάσια και σκηνοθετεί ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης (…) Είναι μια αριστουργηματική και γνήσια αντιμιμητική, εξαντλητικά και επίπονα δουλεμένη παράσταση, από ποίηση, μουσική, φως και σκιές, όπου όλη η ενέργεια των ασκημένων, με κατακτημένη πλήρως την τεχνική της “ανθρώπινης μαριονέτας” (κυριολεκτικά στην περίπτωση ο όρος), έξι, ισάξιων ηθοποιών (…), συγκεντρώνεται εκπληκτικά στα ακροδάχτυλά τους! (…). Μια παράσταση κυριολεκτικά “γραμμένη στα ακροδάκτυλα”, γεμάτη χάρη και γοητεία, που “εξαγνίζει” ομοιοπαθητικά το βαρύ της θέμα (…)

 

Γιώργος Δ.Κ. Σαρηγιάννης, «Σκληρή Ελεγεία», ΝΕΑ, Σάββατο, 22 Μαΐου 2010

(…) Ένα τέτοιο κείμενο χρειάζεται να βρει τον σκηνοθέτη του για να μπορέσει να σταθεί σήμερα. Το συγκεκριμένο τον βρήκε στο πρόσωπο του Δαμιανού Κωνσταντινίδη. Ο οποίος μετέφρασε ο ίδιος με γλωσσικό κύρος το κείμενο, επέλεξε έναν μικρό αλλά ιδεώδη για την ατμόσφαιρά του έργου χώρο και το ανέβασε αναδεικνύοντας τα προτερήματά του και μετατρέποντας τα ελαττώματά του σε προτερήματα. Μια παράσταση σφιχτή, εύρυθμη, πηχτά γκρίζα όσο γκρίζος είναι ο τρόμος, γεμάτη ενέργεια, με εξαιρετική κλιμάκωση μέχρι την κορύφωση του τέλους. (…)

 

Γρηγόρης Ιωαννίδης, «Θέατρο πέρα από ψυχολογία και μίμηση», Ελευθεροτυπία, Σάββατο 10 Απριλίου 2010

(…) Αξιόλογη, αν και κάπως ακαδημαϊκή παράσταση. Η αντίληψη για έναν ηθοποιό «μαριονέτα», που «πεθαίνει» ως ορθολογικό ον και «ξαναζωντανεύει» σαν παρθένο σώμα του ασυνειδήτου έχει μπολιάσει μια σειρά από βιωματικές τάσεις της υποκριτικής. Αν παραβλέψει κανείς αυτή την παρατήρηση, η παράσταση του «Βαφείου» διέθετε αληθινή ατμόσφαιρα υποβολής και έκκεντρη λιτότητα μέσων. Με τα μέσα τους και την καθοδήγηση του σκηνοθέτη οι ηθοποιοί έδωσαν αξιοπρόσεκτες παρουσίες (…)