Το Συσσίτιο

-Μια θρεπτική παράσταση για καιρούς πείνας-
ΟΜΑΔΑ ANGELUS NOVUS - ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΓΙΟΡΤΕΣ ΑΝΟΙΧΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ, ΘΕΑΤΡΟ ΚΗΠΟΥ, 2012
Μενού

ΜΕΝΟΥ

Κυρίως πιάτο:
1. Ιωνάθαν Σουίφτ, Σεμνή πρόταση ώστε να παύσουν τα τέκνα των φτωχών ν’ αποτελούν βάρος για τους γονείς τους και τον τόπο τους και να καταστούν ωφέλιμα στην κοινωνία (μτφρ. Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκη, εκδόσεις ΑΓΡΑ, σειρά «Ο ΑΤΑΚΤΟΣ ΛΑΓΟΣ»-6, Αθήνα, 1998 [*] )
2. Ροδρίγκο Γκαρθία: Σημειώσεις μαγειρικής (μτφρ. Δαμιανός Κωνσταντινίδης)
3. Δαμιανός Κωνσταντινίδης: Τα τραγούδια της κρίσης, Συνδετικά κείμενα, Η Εντομοφάγος

Μεζεδάκια από τους:
Μποστ, Μπρεχτ, Σωτήρη Παστάκα, Γιάννη Τσαρούχη, Στανισλάβ Στρατίεβ, Μάνο ΧατΖηδάκι, Κ. Ε. Κρικελίκου – Μ. Ι. Παπαθανασίου…

[*] Ευχαριστούμε θερμά τις εκδόσεις ΑΓΡΑ και τον κύριο Σταύρο Πετσόπουλο, καθώς και τον κύριο Γαβριήλ Πεντζίκη, που μας παραχώρησαν την άδεια να χρησιμοποιήσουμε την συγκεκριμένη μετάφραση του κειμένου του Σουίφτ.

Συντελεστές:

Σκηνοθεσία / σύνθεση κειμένων: Δαμιανός Κωνσταντινίδης
Σκηνικά / κοστούμια / φώτα: Απόστολος Αποστολίδης
Μουσική: Κωστής Βοζίκης
Χορογραφίες: Αμαλία Στρινοπούλου
Βοηθός σκηνοθέτη: Κόμνω Ευαγγελία Κρικελίκου

 

Υποδέχονται, μαγειρεύουν, σερβίρουν, άδουν, χορεύουν, παίζουν:

Κωστής Βοζίκης, Χριστίνα Γεωργίου, Πένυ Γραικού, Ηλέκτρα Γωνιάδου, Γιάννης Δρακόπουλος, Μάριος Ζαρδαβάς, Αφροδίτη Ιωαννίδου, Κόμνω Ευαγγελία Κρικελίκου, Μαίρη Μωραϊτοπούλου, Μαρία Ιωάννα Παπαθανασίου, Παναγιώτης Παπαϊωάννου, Στέφανος Πίττας, Άγγελος Ρούσσος, Σταμάτης Στάμογλου, Πολύκαρπος Φιλιππίδης

ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

«Απόψε κάνω μαμ / το βλέπω στ’ όνειρό μου / πάω ντουγρού για ένα ιμάμ /να λαδώσω λέει το άντερό μου». Αυτά και άλλα πολλά ακούγονται στη μουσική κωμωδία που ετοιμάζει η θεατρική ομάδα Angelus Novus με γενικό τίτλο Το Συσσίτιο – μια θρεπτική παράσταση για καιρούς πείνας. (…) Να τι μας είπαν σύσσωμα τα μέλη της Angelus Novus στο διάλειμμα από μια πρόβα τους για το σκεπτικό του διαβήματός τους: «Στους δύσκολους καιρούς που διανύουμε, θέλοντας να συμβάλουμε κι εμείς με τα πενιχρά μέσα μας σ’ αυτό το πνεύμα αλληλεγγύης που αναπτύσσεται τελευταίως ολοένα και περισσότερο σε κάθε γωνιά της δεινοπαθούσης και αναξιοπαθούσης πατρίδος μας, προτιθέμεθα να τραπεζώσουμε τους πεινασμένους -συνέλληνες και μη- θεατές μας και να παρασκευάσουμε ενώπιόν τους ένα θρεπτικό γεύμα. Όσο το γεύμα θα ετοιμάζεται, θα ψάχνουμε, μαζί τους ή και χώρια, λύσεις για τις κρίσεις που μας ταλανίζουν, θα ανταλλάσσουμε απόψεις, θα αλληλοπαρηγορούμαστε. Πού και πού θα δεχόμαστε απρόσκλητους φίλους που θα μας λένε κι αυτοί τα δικά τους. Πού και πού ένας μουσικός θα παίζει ένα σκοπό με το όργανό του και θα τραγουδάμε. Πού και πού θα λέμε και καμιά ιστορία με νόημα. Ή ένα καλαμπούρι χωρίς κανένα νόημα. Κάποιος θα κάνει κάποια στιγμή μια διάλεξη για το πρόβλημα της φτώχιας στην Ιρλανδία ή σε μια άλλη χώρα, μακριά από μας. Κι έτσι σιγά-σιγά θα περνάει ο χρόνος, θα σιγοβράζει το φαγητό κι εμείς θα υπομονεύουμε (ή μήπως θα υπονομεύουμε;).
Πώς μπορούμε να μιλήσουμε στο θέατρο γι’ αυτό που μας συμβαίνει; Μπορούμε άραγε να γελάσουμε με τα δεινά μας; Μπορούμε να βρούμε θετικές πλευρές στην κρίση; ή να δούμε κάποιο φως στο τούνελ; Γύρω από αυτά τα ερωτήματα, και άλλα που προκύπτουν καθώς δουλεύουμε, οργανώνουμε την παράστασή μας. Χρησιμοποιούμε κείμενα γνωστών Ελλήνων και ξένων συγγραφέων, αλλά και δικά μας, που γράφτηκαν στην διάρκεια των δοκιμών. Θέατρο επινόησης, μια stand up comedy αλλά και ένα είδος επιθεώρησης, ένα ιδιότυπο καμπαρέ, ένα cafe chantant.»

ΚΡΙΤΙΚΗ

Δημήτρης Σταυρόπουλος, «Το Συσσίτιο στο Θέατρο Κήπου», noizy.gr (Ιούλιος 2012)

Από την περιγραφή του έργου, πριν την παρακολούθηση, δεν ήξερα τί ακριβώς να περιμένω να δω. Τί ακριβώς θα διαδραματιζόταν επί σκηνής. Αυτό που παρακολούθησα τελικά, ήταν αυτό που περιγραφόταν. Μία σύνθεση κειμένων. Μία ιδιαίτερη ιδέα στη σύλληψη της αλλά και στην μεταφορά της στη σκηνή. Κανονικά σκηνικά ανύπαρκτα. Ομπρέλες και πετσέτες, ψάθες και σκαμπό ήταν τα μόνα που υπήρχαν επί σκηνής. Σαν να υπήρχε μία θάλασσα στη μέση της σκηνής, και γύρω της ήταν τοποθετημένα τα παραπάνω. Με αυτά σαν σκηνικά, και με αρκετά εξαρτήματα, κατάφεραν, οι ηθοποιοί της ομάδας, να φέρουν εις πέρας την ιδέα αυτή του Δαμιανού Κωνσταντινίδη. Με πολύ καλό αποτέλεσμα.
Από την αρχή της παράστασης το ύφος και το κλίμα που ήθελαν να δημιουργήσουν ήταν φιλικό και όλοι μία παρέα. Θα είχε και φαΐ, ήταν στα σχέδια τους να μας μαγειρέψουν, αλλά τους άργησαν οι προμήθειες, όπως μας πληροφόρησαν στην αρχή. Παράσταση έτοιμη δεν είχαν, μας αποκάλυψαν το μυστικό τους, και θα σχηματιζόταν στην πορεία. Οπότε, άρχισαν να παρουσιάζουν κάποια κείμενα, με μία από τις γυναίκες του θιάσου να παίρνει το ρόλο του παρουσιαστή/οργανωτή, παρουσιάζοντας την επόμενη κατηγορία. Σαν σε παραλία, όλοι καθισμένοι, και όποιος είχε κάτι να πει, να τραγουδήσει ή να παίξει στην ομήγυρη, σηκωνόταν, ενώ οι άλλοι αντιδρούσαν, σχολίαζαν, επιδοκίμαζαν. Όλα τα κείμενα ή τραγούδια είχαν να κάνουν με ένα κοινό θέμα: την απουσία ή την υπερβολή του χρήματος, και, κατά συνέπεια, την πείνα και την εξαθλίωση. Τα μέσα που χρησιμοποίησαν πολλά. Με αρκετές κατηγορίες, μαγειρική, διάσημες ατάκες, τραγούδια, και άλλες, άρχισε να σχηματίζεται η ωραία και, αρκετά χαρούμενη, για το θέμα της, παράσταση. Με σχολιασμό και καυτηριασμό καταστάσεων και προσώπων του σήμερα. (…)
Η μουσική ζωντανή, οι οργανοπαίκτες τα μέλη του θιάσου. Μία κιθάρα και ένα πνευστό. Πολύς χορός, πολύ τραγούδι και πολύ κέφι, αναλογιζόμενοι φυσικά και το θέμα που πραγματεύεται η παράσταση. Οι ερμηνείες πολύ καλές, είτε στα τραγούδια, είτε στα μικρά δρώμενα, είτε στους μεγαλύτερους μονολόγους. Μία άρτια οργανωμένη, στο σύνολο της, παράσταση. Μία πολύ ωραία παρουσίαση ενός διαφορετικού και πολύ ενδιαφέροντος έργου. Ενός έργου, που όπως το χαρακτηρίζει η ίδια η ομάδα είναι “ένα θέατρο επινόησης, μια stand up comedy αλλά και ένα είδος επιθεώρησης, ένα ιδιότυπο καμπαρέ, ένα cafe chantant.”