Είστε όλοι σας καθάρματα

ΟΜΑΔΑ ANGELUS NOVUS - ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΘΕΑΤΡΟ ΌΡΑ, - ΙΤΑΛΙΑ-ΑΡΕΤΣΟ CRISIS FESTIVAL - ΑΘΗΝΑ, ΘΕΑΤΡΟ ΦΟΥΡΝΟΣ, 2012
Συντελεστές

Συντελεστές:

Συγγραφέας: Rodrigo Garcia
Διασκευή: Δαμιανός Κωνσταντινίδης (με τη βοήθεια της Lucia Sanchez)
Σκηνοθεσία: Δαμιανός Κωνσταντινίδης
Φώτα – σκηνικά – κοστούμια: Απόστολος Αποστολίδης
Κίνηση: Έφη Δρόσου
Βοηθός σκηνοθέτη: Μαρία Γρίβα

Παίζουν:

Δέσποινα Κολτσιδοπούλου
Παναγιώτης Παπαϊωάννου
Νίκος Ράμμος
Δημήτρης Φουρλής

ΑΝΤΙ ΣΚΗΝΟΘΕΤΙΚΟΥ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΟΣ

Υιός Πάσχων

«Κάνει Ζέστη, θα ‘ναι καλοκαίρι, είμαι μικρός…»
Ποιος μιλάει; Παρόλο που ξέρω ότι ο Γκαρσία αποφεύγει να το διευκρινίσει και ίσως δεν χρειάζεται να δοθεί στην παραπάνω ερώτηση καμιά απάντηση για να λειτουργήσει το έργο επί σκηνής, έχω την τάση ν’ απαντάω: ο Υιός. Δηλαδή, μεταξύάλλων [1] , μια μορφή υπηκόου, εξουσιαζόμενου, καταπιεσμένου, οργισμένου. Ένας, επομένως, δυνάμει επαναστάτης. Είναι άραγε τυχαίο που το Είστε όλοι σας καθάρματα ανοίγει με μια εικόνα αποκαθήλωσης του Πατέρα; (…και ένα πράσινο ριγέ στρώμα καταξεσχισμένο, / όπου πήδηξε πριν λίγο τον πατέρα μου / ένας υπάλληλος που κάνει ψωνιστήρι.)
Δεν δυσκολεύομαι, παρόλες τις προειδοποιήσεις των θεωρητικών για το αυθαίρετο μιας τέτοιας ταύτισης και εν γνώσει του κινδύνου μιας παρερμηνείας, να προσθέσω σ’ αυτήν την απάντηση και μια δεύτερη: μιλάει ο Υιός και ο συγγραφέας. Μιλάει ο Ροντρίγκο. Ήδη φτιάχνω μια υπόθεση εργασίας, μια αρχή «ιστορίας», πιο πολύ για να βοηθηθούμε οι ηθοποιοί κι εγώ στις πρόβες, παρά οι θεατές, μια που είναι αμφίβολο αν στο τελικό αποτέλεσμα θα είναι ορατή η υπόθεση που υιοθετήσαμε ή αν θα την ακολουθήσουμε πιστά μέχρι το τέλος: αυτός που δέχεται τα φιλιά και τα χαστούκια, τόσο στο πρώτο όσο και στο δεύτερο μέρος του έργου, είναι ο Υιός (ασχέτως αν ο «ρόλος» παίζεται από δύο διαφορετικούς ηθοποιούς), ενώ αυτοί που τα δίνουν είναι ο Πατέρας και η Μητέρα. Αυτοί δεν είναι άλλωστε οι πρώτοι που μας επιβραβεύουν (φιλί) ή που μας επικρίνουν (χαστούκι); Αυτοί δεν είναι οι πρώτοι που ασκούν εξουσία πάνω μας;
Από εδώ μέχρι να τους κάνω, αυτούς τους γονείς, ένα χασάπη και μια χασάπισσα, όπως ήταν οι γονείς του Ροντρίγκο -και ως τέτοιοι άλλωστε αναφέρονται σε πολλά σημεία του συγκεκριμένου έργου-, η απόσταση δεν είναι μεγάλη. Σ’ αυτή την περίπτωση, τι θα μπορούσε να είναι ο χώρος αν όχι ένα χασάπικο, ένα σφαγείο, ένα Carniceria Teatro; -έτσι δεν ονομάζει κι ο ίδιος ο Γκαρσία τη θεατρική ομάδα του; Και ο Υιός δεν θα ‘πρεπε τότε να κρατάει τον ρόλο του σφάγιου, γιατί τι σόι σφαγείο θα ήταν αυτό χωρίς ούτε ένα σφαχτάρι;
Κι όμως. μη βιάζεστε. Δεν θέλω να παρουσιάσω μια βιογραφία του συγγραφέα ή να τον ψυχαναλύσω επί σκηνής. Ούτε αυτόν, ούτε και οποιονδήποτε άλλον. Μια μεταφορά χρειάζομαι όλο κι όλο. Του κόσμου. Του Ανθρώπου μέσα σ’ αυτόν.
«Γαμιέστε όλοι σας, καθάρματα» Ποιος μιλάει; Ο πληγωμένος, ο προδομένος, ο ηττημένος. Ο πεπτωκός. Γι’ αυτό στέκεται επί σκηνής και σας κοιτάει κατάματα. Γι’ αυτό είναι αντιμέτωπος. Γι’ αυτό γίνεται ώρες-ώρες προκλητικός, αυθάδης, αθυρόστομος, ειρωνικός, σαρκαστικός. Για να μπορεί καλύτερα να φωνάζει την οργή του, την απογοήτευσή του, την απέχθειά του. Την πληγή του. Για να καταγγέλλει. Γι’ αυτό επίσης, αυτό το κείμενο, φτιαγμένο, στο πρώτο μέρος του, από αποσπάσματα ημερολογιακού χαρακτήρα, γεμάτα με μικρά καθημερινά γεγονότα, με πολιτικές αιχμές, με κοινωνικές και οικολογικές ανησυχίες, αλλά και με ποιητικά και φιλοσοφικά πετάγματα, και στο δεύτερό του, από καταλόγους ανεκπλήρωτων επιθυμιών, απολογισμών, γενικευμένων διαπιστώσεων, απορρίψεων, αφορισμών, ανακαλεί μύθους, αρχετυπικές καταστάσεις και μορφές, συγγενεύει με την τραγωδία και κρύβει, -ναι, όσο κι αν ακουστεί περίεργο-, μια βαθιά θρησκευτικότητα, μιαν ιερότητα. Κι όμως, -και παρόλες τις πλάγιες αναφορές στην χριστιανική θρησκεία και στο πρόσωπο του Χριστού [2] -, ο Θεός φαίνεται ν’ απουσιάζει παντελώς από το έργο, δεν αναφέρεται πουθενά. Αντ’ αυτού, και πέρα από τους γονείς, μπορούμε να εντοπίσουμε άλλες «πατρικές», -συνήθως, όμως, όχι αγαθές-, φιγούρες: στρατιωτικούς, εργοστασιάρχες, διευθύνοντες συμβούλους, διαφημιστές, δημοσιογράφους, τηλεοπτικούς παρουσιαστές, τα Mc Donald’s, τις πολυεθνικές… Εναντίον όλων αυτών εξεγείρεται ο Υιός, και εναντίον μιας «θυσίας» [3] παράλογης και άσκοπης, που γίνεται στο όνομα μιας φτηνής ευτυχίας (καλύτερης συσκευασίας, λευκότερου αποτελέσματος, λιγότερων λιπαρών.) και που δεν επιφέρει καμιά σωτηρία [4] , όπως άλλωστε δεν επέφερε καμιά σωτηρία η άλλη θυσία, του άλλου Υιού. Και επιπλέον εξέγερση -συχνά δίκην ειρωνικού σχολίου- εναντίον του ίδιου του εαυτού του, επειδή συμμετέχει στην αθλιότητα που κατακρίνει, βοηθώντας την να συνεχιστεί («…πασαλείβομαι ολόκληρος / με τις αηδίες που βάζουνε στα Big Mac /- παραλίγο να λεκιάσω το βιβλίο μου – / Σήμερα, Δευτέρα 27/ φθινόπωρο του ’95 / δεν πρόλαβα να κατέβω / στο σούπερ μάρκετ / να ψωνίσω»). Μόνες οάσεις στην έρημο του σύγχρονου πολιτισμού, το παιχνίδι, οι παιδικοί φίλοι, ο έρωτας, ή πιο σωστά οι αναμνήσεις από τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα, κάποια φτηνά εστιατόρια, λίγα κομμάτια πραγματικής φύσης.
Ασχολήθηκα πρώτη φορά με το Είστε όλοι σας καθάρματα το 2007, στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών [5] . Επρόκειτο για ένα δραματοποιημένο αναλόγιο αλλά το αποτέλεσμα δεν διέφερε πολύ από αυτό που λέμε παράσταση. Τότε η ιδέα του σφαγείου δηλωνόταν, όχι τόσο στη σκηνογραφία, όσο στις ενδυματολογικές επιλογές. Οι ηθοποιοί που έπαιζαν τους «γονείς» φορούσαν καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου τις χαρακτηριστικές ποδιές των χασάπηδων. Η «Μητέρα» μάλιστα κουβαλούσε μια ολόφρεσκη ματωμένη συκωταριά και την έριχνε σ’ ένα μεταλλικό κουβά στον πρόλογο της παράστασης, ο οποίος περιλάμβανε, μαγνητοφωνημένο, και το ποίημα του Παζολίνι «Απόσπασμα στον Θάνατο», έτσι όπως το παραθέτει στις σημειώσεις του ο Γκαρσία. Οι 2 «γιοι-σφάγια» ήταν τυλιγμένοι με λωρίδες ελαστικού υφάσματος στο χρώμα του δέρματος, που θύμιζαν έντερα ή φασκιές ή γάζες σαν αυτές που τυλίγουν τις μούμιες, και που εμπόδιζαν οποιαδήποτε αντίδραση στο φιλί και στο χαστούκι των «γονέων». Μετέφραζα έτσι και οπτικά τον εγκλωβισμό τόσο στον σύγχρονο πολιτισμό, όσο και σ’ αυτή τη δαιμόνια μηχανή, σ’ αυτό το απαρέγκλιτο σύστημα επιδοκιμασίας-αποδοκιμασίας στο οποίο φαίνεται να υπόκειται, σύμφωνα με τον συγγραφέα, κάθε ανθρώπινη ενέργεια. Στο δεύτερο μέρος, ο «γιος» επαναστατούσε και ξέφευγε από τα δεσμά του, ενώ οι «γονείς» προσπαθούσαν και τέλος τα κατάφερναν να τον επαναφέρουν στην τάξη.
Τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά σ’ αυτήν την -ας την ονομάσουμε έτσι- δεύτερη εκδοχή, παρόλο που η βασική ιδέα παραμένει πάνω κάτω η ίδια. Το σφαγείο δηλώνεται αμέσως τώρα πια ως σκηνικός χώρος: λευκά πλακάκια καλύπτουν το πάτωμα και τον τοίχο του βάθους, παραπετάσματα από πλαστικές διάφανες λωρίδες οριοθετούν τα πλευρά της σκηνής. Ωστόσο μόνο προς το τέλος του πρώτου μέρους, που είναι και το μεγαλύτερο σε διάρκεια, ολοκληρώνεται η εικόνα, όταν οι «γονείς» φορούν τις ποδιές τους και αμπαλάρουν τους «γιους» με τη μεμβράνη για τα τρόφιμα. Στο δεύτερο μέρος, ο «γιος-σφάγιο» ξεφεύγει πάλι από τη φυλακή του, σχίζοντας τη μεμβράνη που τον τυλίγει, αλλά πολύ σύντομα, μόνος του πλέον, θα ξανατυλιχτεί σ’ αυτήν. Τέλος, σ’ αυτή την εκδοχή, σε αντίθεση με την προηγούμενη, το κείμενο του πρώτου μέρους είναι μοιρασμένο -αν και όχι σε ισόποσες μερίδες- και στους 4 ηθοποιούς που συμμετέχουν στην παράσταση. Γιατί, ποιος μιλάει εντέλει; Και ποιος φιλάει, ποιος χαστουκίζει αυτόν που μιλάει; Ο Υιός βεβαίως και ο Ροντρίγκο, αλλά και η θυγατέρα και οι γονείς και ο καθένας μας, και όλοι. Περνώντας όλοι απ’ όλες τις θέσεις, γόνοι και γονείς, τιμητές και οπαδοί, θύτες και θύματα, ταυτοχρόνως και εναλλάξ.
Δυο λόγια ακόμη. Αν φαίνεται εύκολο να δεχτείς ένα φιλί -αλλά πόσο συνηθισμένο είναι ένα αληθινό φιλί;-, είναι πολύ δύσκολο να φας ένα πραγματικό χαστούκι, όπως το ζητάει ο Γκαρσία. Είμαι βαθειά ευγνώμων απέναντι στους νεαρούς ηθοποιούς που δέχτηκαν να υποβληθούν σ’ αυτή την βάσανο και που σήκωσαν αυτό το φορτίο -και δεν μιλάω μόνο για τα φιλιά και τα χαστούκια, αλλά και για το ίδιο το κείμενο που δεν είναι καθόλου εύκολο, καθόλου προφανές, παρά την φαινομενική απλότητά του. Χωρίς τη συνδρομή τους, χωρίς τη διαθεσιμότητά τους, την ευαισθησία και το χιούμορ τους, αλλά και χωρίς τις αμφιβολίες και τις αγωνίες τους, αυτό το παιχνίδι, άλλοτε αστείο, άλλοτε σοβαρό, και συχνά επικίνδυνο, που θέλησα να στήσω, δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί. Θα ήθελα να τους πω, όπως και ο Γκαρσία στην επιστολή που μας έστειλε: «Espero que se diviertan hacienda la obra». Ή σε πολύ ελεύθερα ελληνικά, παραφράζοντάς τον: «Ελπίζω ο κάματος αυτός μέσα στη μνήμη σας να γίνει με τον χρόνο μια δυνατή συγκίνηση. Σας ευχαριστώ.»

κι από εδώ για εκείνη την ανάθεση. Τότε είχε χρησιμοποιηθεί η μετάφραση της Κατερίνας Σπάθη, η οποία εκδόθηκε από τις εκδόσεις ΥΨΙΛΟΝ (Αθήνα, 2007). Ο γενικός τίτλος της εκδήλωσης ήταν «Σύγχρονες Θεατρικές Γραφές – Χορικότητα». Είχαν παρουσιαστεί συνολικά 6 ευρωπαϊκά θεατρικά έργα σε πρώτη σκηνική ανάγνωση, το καθένα κι από άλλον σκηνοθέτη, στο «Σχολείον» (Χώρος Β’), από την 1 έως τις 3 Ιουλίου 2007.

Δαμιανός Κωνσταντινίδης

 

 

[1] Ελπίδα διαιώνισης του είδους, π.χ., προέκταση, στον χρόνο, των γονέων, αλλά και διάψευση των προσδοκιών τους, κλπ

[2] «… παράλογη γεωγραφική κατανομή των άρτων και των ιχθύων… όλες οι προδοσίες που επιτελούνται μ’ ένα τελευταίο φιλί. »

[3] Π.χ., της θυσίας του φυσικού στον βωμό του τεχνητού

[4] Πόση πικρή ειρωνεία, αλήθεια, στη φράση, προς το τέλος του έργου: «Καίνε έναν άνθρωπο στην πυρά για να ‘ναι καλή η σοδειά»!

[5] Με την ομάδα 3L-Logi Ludi Loci, μετά από πρόταση του Βίκτορα Αρδίττη που θέλω να ευχαριστήσω

ΚΡΙΤΙΚΕΣ

Σοφία Μαρτιγοπούλου, noizy.gr ηλεκτρονικό περιοδικό, 20/03/2012

Με ένα ημερολογιακού χαρακτήρα έργο, ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης, μεταφραστής και σκηνοθέτης της παράστασης «Είστε όλοι σας καθάρματα», μας συστήνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα, το γεμάτο συμβολισμούς δημιούργημα του Rodrigo Garcia. Η γραφή του Αργεντινού δραματουργού, απέχει από τα συνηθισμένα μονοπάτια του παραδοσιακού θεάτρου και χωρίς περιορισμούς, θέτει ως σκοπό του να αφυπνίσει συνειδήσεις. Με άγρια κείμενα, που συνδυάζουν το χορό με τη μουσική και τον πειραματισμό, αρνείται να υποταχθεί στο πολιτικώς ορθό, ενώ με προκλητικό τρόπο, καλεί το κοινό να συμμετέχει στις καταγγελίες του εναντίον της σύγχρονης κοινωνίας. Και στο συγκεκριμένο έργο λοιπόν, το οποίο είναι γραμμένο το 2002, αντλεί έμπνευση από την πραγματικότητα. Με ένα δυνατό κείμενο και πολλές τολμηρές φράσεις, οι απλές λέξεις γίνονται χαστούκια στο μάγουλο αυτού που τις ξεστομίζει. Στο ημερολόγιο του όμως, ο καθένας έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί όσο ελευθεριάζουσα γλώσσα θέλει και αντέχει.
Παραφράζοντας τη φράση του Δημόκριτου, που ακούγεται και στην παράσταση, ότι «ο αέρας είναι γεμάτος εικόνες», θα πω ότι το κείμενο είναι γεμάτο εικόνες. Τα λόγια των ηθοποιών, μας μεταφέρουν -με σχόλια εύλογα- σε μια πραγματικότητα σκληρή. Άλλωστε, τα βιώματα μας δεν υπάρχουν, υπάρχουν τα σχόλια για να αποδείξουν αυτά που ζήσαμε. Η παιδική αθωότητα χάνεται, οι επιθυμίες εκπνέουν και η αγάπη διαλύεται. Η αφοσίωση είναι εφήμερη, ο έρωτας ένα ψέμα και ο πόνος απλά διαιωνίζεται. Η σκέψη και η πράξη είναι δύο πράγματα διαφορετικά. Η επιμονή όμως, οδηγεί κάπου; Ο έρωτας γιατί αποκαλείται μοναδικό συναίσθημα, αφού επαναλαμβάνεται; Ανακαλύπτοντας τον κόσμο, ανακαλύπτεις και τη σκοτεινή πλευρά του ή μήπως κυρίως αυτήν; 
Οι ερμηνείες, εξίσου δυνατές όσο και το κείμενο, σε ακολουθούν και μετά το τέλος της παράστασης. Όταν οι ηθοποιοί «απελευθερώνονται» από τα ρούχα τους επί σκηνής, τα λόγια και οι εκφράσεις τους δεν σου επιτρέπουν να απομακρύνεις τα μάτια σου από τα πρόσωπα τους. Με συγκινητικό τρόπο και χωρίς περιττούς εντυπωσιασμούς, γνωρίζουμε χαρακτήρες εγκλωβισμένους σε προσωπικές φυλακές, με γεγονότα να τους στοιχειώνουν και εμμονές να τους προβληματίζουν. Κοιτώντας θυμωμένα το κοινό, φωνάζουν σχεδόν ότι «το δράμα σου είναι ότι δεν ζεις αυτό που ζω εγώ», γι’ αυτό το λόγο και κανείς πλέον δεν καταλαβαίνει πόσο σκληρός και άδικος γίνεται. Με θρησκευτικές αναφορές και πολιτικά σχόλια «καταδικάζουν τη σιωπή» και φωτογραφίζουν την αγάπη και το σεβασμό. Με υποβόσκοντες συμβολισμούς, κάθε ένας από αυτούς εκτίθεται στη βιτρίνα ενός κρεοπωλείου ως σφαγμένο ζώο και ασφυκτιά όταν τον περιορίζουν.
Η σκηνή, φωτεινή σε όλη τη διάρκεια της παράστασης, αποκαλύπτει τα πάντα. Όταν όμως, τα φώτα σταδιακά θα σβήσουν, αυτό δεν θα σηματοδοτήσει μόνο το τέλος της παράστασης ·..«Αύριο, θα είναι μια άλλη μέρα;»

 

Αχιλλέας Ψαλτόπουλος, Αγγελιοφόρος (εφημερίδα σε ηλεκτρονική μορφή) 23/03/2012

(…) Σε εντελώς αντίθετο κλίμα κινήθηκε στο Θέατρο «Όρα», η παράσταση «Είστε όλοι σας Καθάρματα» πάνω στο σκληρό, παραληρηματικό, εξομολογητικό και βερμπαλιστικό κείμενο του Ροντρίγκο Γκαρσία, σε διασκευή και σκηνοθεσία Δαμιανού Κωνσταντινίδη. Η σκηνοθεσία επιβλήθηκε με τα πάμπολλα ευρήματά της, ανέδειξε το μαύρο χιούμορ του έργου και δανειζόμενη στοιχεία του θεάτρου της σκληρότητας επέβαλε μια σκηνική ένταση απόλυτα ταιριαστή με το κατάψυχρο σκηνικό σφαγείου του Απόστολου Αποστολίδη. Τα χαστούκια έπεσαν βροχή, αλλά το ίδιο και τα φιλιά. Ψυχρό και θερμό, λοιπόν, όπως συμβαίνει και στις ζωές μας, και αξιέπαινοι οι τέσσερεις ηθοποιοί (Κολτσιδοπούλου, Παπαϊωάννου, Ράμμος, Φουρλής) που υποστήριξαν με δύναμη μια τόσο απαιτητική σωματικά σκηνοθετική γραμμή.

 

Θοδωρής Γρηγοράτος, «Είστε όλοι σας καθάρματα», mousikovagoni.wordpress.com, (χωρίς ημερομηνία)

Θα μπορούσε να είναι η κραυγή απόγνωσης ενός νέου που είδε τα όνειρά του να γίνονται στάχτη, ενός απολυμένου που έχει δώσει τη ψυχή του για την κωλοδουλειά, ενός πιτσιρικά που η ομάδα του έφαγε 4 γκολ ή ενός συντρόφου που εγκαταλείπει το όνειρο της παρέας αφού αυτό αλλοτριώθηκε στο πέρασμα του χρόνου. Κι όμως είναι απλά ο τίτλος μιας παράστασης, η οποία περιλαμβάνει αυτές και δεκάδες άλλες καταστάσεις στις οποίες ο άνθρωπος νιώθει οργή, παράλυση, απόγνωση και εγκατάλειψη. Τα μηνύματα της παράστασης είναι κοινότυπα αλλά δίνονται με τόσο ωμό τρόπο που είναι αδύνατο να σταθείς αδιάφορα απέναντί τους. Η εναλλαγή φιλιών-χαστουκιών ξαφνιάζει αλλά περιγράφει άμεσα και χωρίς λόγια την ίδια τη ζωή, τις εναλλαγές της. Αυτό όμως που κάνει την παράσταση αυτή να ξεχωρίζει είναι η αμεσότητα των συναισθημάτων. Ο θεατής νιώθει γυμνός απέναντι στους ηθοποιούς και στους υπόλοιπους θεατές, αλλά το σημαντικότερο είναι ότι αποκαλύπτεται συναισθηματικά στον ίδιο του τον εαυτό. Η παράσταση της ομάδας Angelus Novus μας συστήνει τον τρόπο σκέψης και τη φιλοσοφία ζωής του αργεντινού συγγραφέα, σκηνοθέτη και σκηνογράφου Rodrigo Garcia.

 

Έρση Μαυρίδου, «Παραλήρημα ζωής με φιλιά και χαστούκια», ΦΙΛΜ ΝΟΥΑΡ, τεύχος 27, 22 Μαρτίου 2012

[…] Η γλώσσα του Ροντρίγκο Γκαρσία είναι τολμηρή. «Κόβει» σαν μαχαίρι. Αυτή διαπνέει και το έργο του Είστε όλοι σας καθάρματα, το οποίο παρουσιάζει σε πανελλήνια πρώτη η ομάδα Angelus Novus στο υπόγειο του Θεάτρου ΌΡΑ. Ο λόγος παραληρηματικός, γεμάτος με θραύσματα γεγονότων και μονολόγους ημερολογιακού χαρακτήρα, λόγος άκρως πολιτικός εντέλει, απογυμνώνει τις ανθρώπινες σχέσεις και τα κοινωνικά στερεότυπα.
Αυτό το εξαιρετικό κείμενο ζωντανεύει χάρη σε μια αξιολογότατη ομάδα και σε μια δυναμική σκηνοθεσία. Τέσσερα νέα παιδιά -Δέσποινα Κολτσιδοπούλου, Παναγιώτης Παπαϊωάννου, Νίκος Ράμμος, Δημήτρης Φουρλής- γεμίζουν με σπιρτάδα έναν χώρο αφαιρετικό, που αποτελείται μόνο από ένα άσπρο δάπεδο, δύο κυλίνδρους με μεμβράνη περιτυλίγματος (με την οποία «ντύνονται» οι ηθοποιοί), κρίκους κρεμασμένους από το ταβάνι (που παραπέμπουν σε τσιγκέλια κρεοπωλείου). Στιγμές- στιγμές οι τέσσερίς τους δημιουργούν ένα πολυφωνικό σύνολο, ενώ καθ’ όλη την διάρκεια του έργου εναλλάσσουν τα φιλιά με τα χαστούκια και τα μοιράζουν και στο κοινό όταν σκορπάνε ανάμεσα στους θεατές. Ο σκηνοθέτης Δαμιανός Κωνσταντινίδης (επιμελήθηκε και τη μετάφραση του κειμένου με τη βοήθεια της Λουτσία Σάντσεζ), θέλησε μ’ αυτό τον τρόπο να δείξει τις δυο πλευρές της ζωής μας: φιλί και σκαμπίλι, τρυφερότητα και βία, αγάπη και μίσος. Όλα έχουν δύο πλευρές και όλα μοιάζει να διαφέρουν από άτομο σε άτομο, ως σκέψη και πράξη.
Όλοι όμως παλεύουμε με τον εαυτό μας και με όσα οι άλλοι περιμένουν από εμάς. Γύρω από αυτόν τον πυρήνα κινείται ο Αργεντινός συγγραφέας. Προκαλεί με τον τίτλο, προκαλεί με το λόγο. και οι ηθοποιοί με τη σειρά τους προκαλούν με την κίνηση και το βλέμμα τους.
Ο Γκαρσία αμφισβητεί συνεχώς τις βαθιές κοινωνικές και πολιτικές ανησυχίες, με καυστικό χιούμορ. Αποκαλύπτει την αγανάκτησή του, αλλά και τη φιλοσοφημένη σκέψη του. «Χρειάζονται ένα σωρό λέξεις για να γίνεις κατανοητός. Εάν μια γλώσσα είναι φτιαγμένη για να εκφράζει τις δείνα ή τις τάδε περιπέτειες, πώς μπορεί κανείς να μεταφράσει μια αρχέγονη εμπειρία ή να τα βρούνε μεταξύ τους οι λαοί; Το να δεχτείς τις ακατανόητες περιοχές ενός λαού θα μπορούσε να είναι σίγουρα η αρχή του πιο μεγάλου σεβασμού.», λέει δια στόματος των ηθοποιών. Ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει βίωμα. Υπάρχει μόνο «το σχόλιο πάνω σε ό,τι ζήσαμε, υποστηρίζει και θεωρεί ότι το μόνο βέβαιο είναι ότι «κανένας δεν γλυτώνει από τον εαυτό του»…

 

Κορνήλιος Ρουσάκης, «Το σοκ ως πηγή έμπνευσης και αλήθειας», theatreviewer.blogspot.com, Τρίτη, 1 Μαΐου 2012

“Ο αέρας είναι γεμάτος εικόνες”. Η φράση του Δημόκριτου που ακούγεται στο έργο του Rodrigo Garcia, Είστε όλοι σας καθάρματα, βρίσκει απόλυτη εφαρμογή στην παράσταση που σκηνοθέτησε ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης και ανέβηκε στο “τρομερά” δημιουργικό υπόγειο της οδού Αντωνίου Καμάρα, που από την τρέχουσα θεατρική περίοδο “πέρασε στα χέρια” της ομάδας Angelus Novus. Ο Κωνσταντινίδης έφερε στη σκηνή τον προκλητικό, σκληρό αλλά βαθιά αληθινό, ποιητικό και πολιτικό λόγο του Garcia, σχηματοποιημένο με εικόνες αισθητικής τελειότητας που συγκινούν με την καθαρότητα τους (…) Το έργο είναι ουσιαστικά μια λεκτική καταιγίδα που έχει σαν στόχο να πλήξει την όποια ασφάλεια νιώθει ο επαναπαυμένος, περιχαρακωμένος στα κεκτημένα του θεατής. Το συχνά μετωπικό παίξιμο των ηθοποιών, η άμεση απεύθυνση στον θεατή —που λειτουργεί ως μια κατά μέτωπον επίθεση— κάτω από το φως που λούζει εξίσου σκηνή και πλατεία, κάνει τα βλέμματα ηθοποιών και θεατών να διασταυρώνονται, επιτείνοντας ένα αίσθημα συνενοχής, αλλά και καθαρής ενοχής που είναι έντονο στο κείμενο. Τα όρια ανάμεσα στη σκηνή και στην πλατεία έχουν εύστοχα καταπατηθεί. (…) Οι τέσσερις νέοι, σκηνικά πρωτόπειροι ηθοποιοί (Κολτσιδοπούλου, Παπαϊωάννου, Ράμμος, Φουρλής) πετυχαίνουν —χωρίς ελάχιστο ίχνος υπερβολής— υποκριτικό άθλο. Εμφανίζονται επί σκηνής εξαντλητικά δουλεμένοι τόσο υποκριτικά, όσο και σωματικά, κινησιολογικά (επιμέλεια κίνησης Έφη Δρόσου). Ισορροπούν επιτυχώς ανάμεσα σε μια εξαιρετικά οργανωμένη σκηνοθετική “χορογραφία” και στο αυθόρμητο συναίσθημα —σκληρό, παλλόμενο, λυτρωτικό και ζωογόνο— που εκλύεται διαρκώς από ένα τόσο δυνατό κείμενο όπως αυτό του Garcia. (…) μια καλοδουλεμένη παράσταση- πρόταση που αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο μια διαφορετική, προκλητική, ρηξικέλευθη θεατρική δημιουργία στη Θεσσαλονίκη του 2012.

 

Άννα Σαμπατακάκη, «Είστε όλοι σας Καθάρματα! του Ροντρίγκο Γκαρσία στο Θέατρο Φουρνος!!», http://theatro- live.blogspot.gr, 17 Σεπτεμβρίου 2012


(…) Η παράσταση δόθηκε στην κατάμεστη μικρή αίθουσα του Φούρνου μπροστά σε ένα κοινό που την παρακολούθησε με κομμένη ανάσα και ολοένα αυξανόμενο ενδιαφέρον! Η επιλογή ενός πολιτικού έργου γραμμένου από έναν αργεντινό συγγραφέα και θεατράνθρωπο που ζει στην Ισπανία δεν είναι τυχαία! Αποτελεί ένα είδος συμμετοχής στα δρώμενα στην Ελλάδα και την Ευρώπη της οικονομικής κρίσης. Ένα κείμενο ποιητικό ρομαντικό και σαρωτικά ρεαλιστικό ταυτόχρονα που ακολουθεί την οδό της Μπρεχτικής αποστασιοποίησης και την αισθητική του αιματοβαμμένου θρίλερ, για να μιλήσει για την ολοκληρωτική αλλοτρίωση και την αποξένωση απο τον καταναλωτισμό, για την μοναξιά και τη φτώχεια των ανθρώπων του Νότου, κραυγάζοντας ότι αυτά οδηγούν στην οικονομική εξαθλίωση κι όχι το αντίστροφο. (…)
Το υπέροχο κείμενο που δεν είναι παρά ένας μονόλογος παρουσιασμένος απο τέσσερις ηθοποιούς σ’ ένα σκηνικό κρεοπωλείου, διακόπτεται απο διαδοχικά φιλιά και χαστούκια όλων των αποχρώσεων ανάλογα με την συναισθηματική φόρτιση της στιγμής. Πρόκειται για ένα ποίημα (…) Οι τέσσερις ηθοποιοί που έχουν αναλάβει να ζωντανέψουν στη σκηνή αυτό το έργο – κρεοπωλείο είναι η Δέσποινα Κολτσιδοπούλου,ο Παναγιώτης Παπαϊωάννου, ο Νίκος Ράμμος,ο Δημήτρης Φουρλής. Τα καταφέρνουν εξαιρετικά. Η πολύ καλή σκηνοθεσία ανήκει στον Δαμιανό Κωνσταντινίδη, όπως και η διασκευή του έργου. (…)

 

Μαρία Κυριάκη, «Είστε όλοι σας καθάρματα του Rodrigo Garcia», ΕΠΙ ΣΚΗΝΗΣ Το θέατρο στο διαδίκτυο, Δευτέρα, 17 Σεπτέμβριος 2012 21:34

(…) Με συνετή χρήση του interactive στοιχείου, η σκηνοθεσία αναδεικνύει το στοιχείο του απρόβλεπτου και την ανατρεπτικότητα του κειμένου και προσφέρει στο θεατή μια αισθητική αρκετά ενδιαφέρουσα και ωμή η οποία είναι αρμονικά ενταγμένη στις δράσεις των προσώπων. Ο Νίκος Ράμμος ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της δύσκολης περφόρμανς με ικανοποιητική επάρκεια, κάτι που δεν ισχύει ωστόσο για τους υπόλοιπους ηθοποιούς οι οποίοι αν και αδροί και με σαφή σκηνική σωματική παρουσία είναι ακόμα ερμηνευτικά ανώριμοι και υποκριτικά μονοσήμαντοι.

 

Μαρώ Τριανταφύλλου, «Πόσο απέχει το θυσιαστήριο από το σφαγείο;», Η ΕΠΟΧΗ, Κυριακή, 30 Σεπτεμβρίου 2012

[…] Σε καλό δρόμο έρευνας και τόλμης. Η σκηνοθεσία του Δαμιανού Κωνσταντινίδη ανέδειξε με υπομονή και σύνεση το κείμενο. Σεβάστηκε τους χρόνους και τις σιωπές, άφηνε το χρόνο στο θεατή να ακούσει και να σκεφτεί. Δράττομαι της ευκαι¬ρίας να το πω εδώ: λείπει συχνά από το θέατρο η αίσθηση του χρόνου, η ανάγκη να ψάξουν ο σκηνοθέτης και οι υποκριτές τα κλάσματα διάρκειας μεταξύ σκηνών και φράσεων, μεταξύ συναισθημάτων και αντιδράσεων, να ελέγξουν τις χρονικές ροές της παράστασης. Και συμβαίνει αυτό ακόμα και σε σπουδαίους σκηνοθέτες ακόμα και σε καλές παραστάσεις. Η διαρκής κίνηση των σωμάτων, οι είσοδοι και οι έξοδοι στη σκηνή, η εγγύτητα και η απόσταση που έπαιρναν οι ανθρώπινες φιγούρες ήταν προσεγμένες και ομιλητικές.
Ο Κωνσταντινίδης δούλεψε πολύ την οπτική και την η¬χητική εικόνα, έδωσε στο σκηνικό χώρο τα χαρακτηριστικά του θυσιαστηρίου. Το θυσιαστήριο δεν απέχει πολύ από το σφαγείο, αρκεί να αλλάξει κανείς το πρόσημο, την οπτική γωνία θέασης, τη θέση του τόνου. Κι ενώ άφησε τα σώματα να μιλήσουν με την απλότητα του καθημερινού, έκανε χώρο στις θρησκευτικές εμμονές του συγ¬γραφέα στήνοντας μια διαλυτική πιετά και ένα μακελεμένο εσταυρωμένο, σα βρέφος εκτεθειμένο στα σκαλιά δημόσιου κτιρίου. (…) είναι φανερό ότι οι «Angelus Novus» είναι σε καλό δρόμο έρευνας και τόλμης. Είθε να συνεχίσουν.