Αρχική Σελίδα - Home Page      
  Angelus Novus | Κάτω από το Γαλατόδασος |  
 
  Angelus Novus
  Θέατρο ΌΡΑ
  Παραστάσεις
  Φαύστα ή Η Απολεσθείς Κόρη
  Ένα κάρο παραμύθια
  Preparadise Sorry Now
  Οράτιος και Mauser
  Η Φόνισσα
  Ο Μαύρος Πρίγκιπας
  Τρικυμία
  Στα Άκρα
  Scabrio 2
  Ηρακλείδαι
  Όπως Σας Αρέσει
  Ο Θάνατος του Τενταζίλ
  Πώς να πω
  Ικέτιδες
  Είστε όλοι σας καθάρματα
  Το Συσσίτιο
  Insenso
  Η Σονάτα των φαντασμάτων
  Κάτω από το Γαλατόδασος
  Κουκλοθέατρο
  Θεατρικά Βραδινά
  Τρέχουσα Περίοδος
  Στούντιο Κοιτώνες
  Περί Θεάτρου
  Επικοινωνία
 

Επιστροφή

Kριτικές για την παράσταση του 2013-2014

1. http://www.k-tipos.gr/ktipos/detail.php?ID=46113#.UpxtVxR0dEE.facebook
k-tipos Ανεξάρτητη Καθημερινή Εφημερίδα Καβάλας
«Κάτω από το γαλατόδασος» του Ντύλαν Τόμας. Ένα «ιδιαίτερο» χωριό σε μια παράσταση –βίντεο κλιπ, στο studio “Όρα».
02.12.2013
Γράφει ο Παύλος Λεμοντζής

Πώς μπορεί ένα ραδιοφωνικό κείμενο εμπνευσμένο από μια «φανταστική» πολύχρωμη κοινωνία , με καταιγιστικούς ρυθμούς, δραματοποιημένη αφήγηση και πληθώρα χαρακτήρων να μεταφερθεί στη σκηνή μπροστά σε ζωντανό κοινό; Μα με διασκευή. Το στοίχημα είναι να κρατηθεί ο θεατής σε εγρήγορση, να μην κοιτάξει στιγμή το ρολόι του, ν’ ακολουθεί την ομάδα, να γίνει κομμάτι της, να χτίσει εικόνες δίχως τα μάτια ν’ αναζητήσουν σπίτια, δρόμους, έπιπλα, εκκλησίες, ποτάμια, δένδρα, ουρανό, γη.
Η ομάδα “Angelus Novus” και ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης το πέτυχαν θαυμάσια στην παράσταση που τέρπει και σαγηνεύει το βλέμμα, στο υπόγειο τέχνης της οδού Αντωνίου Καμάρα της Θεσσαλονίκης.
Από τα πιο πρωτότυπα ποιητικά έργα της εποχής μας, το «Κάτω από το Γαλατόδασος» είναι το κύκνειο άσμα του δημιουργού του. Και είναι αξιοσημείωτο ότι ο Ντύλαν Τόμας, που η ποίησή του είναι γεμάτη από την παρουσία τού θανάτου, αποχαιρέτησε τον κόσμο μ’ ένα έργο κατάφασης στη ζωή, συγκατάβασης για όλα τα ανθρώπινα, ένα έργο με κωμικές σκηνές και ξεκαρδιστικούς τύπους, όπου δοξάζεται αυτός ο κόσμος ο παράδοξος, ο μικρομέγαλος, ο κόσμος –περιβόλι με όλα του τα «φρούτα».
Η πρώτη εκδοχή του έργου, διαβάζω στο πρόγραμμα, παρουσιάστηκε σε δημόσια πολυφωνική θεατρική ανάγνωση το 1953 στη Νέα Υόρκη, με τον τίτλο Κάτω από το Γαλατόδασος, ένα έργο για φωνές. Τρία χρόνια μετά τον πρόωρο θάνατό του, το1956, ανέβηκε στη σκηνή. Το 1971 έγινε ταινία με τον Μπάρτον και την Τέυλορ και, βεβαίως, έφτασε και στην Ελλάδα.
Δεν είναι η πρώτη φορά που οι Θεσσαλονικείς βλέπουν το έργο. Είναι η πρώτη φορά που μ’ αυτόν τον ιδιαίτερο , κινηματογραφικό τρόπο, οκτώ ηθοποιοί αφηγούνται την ιστορία του μικρού γραφικού χωριού κοντά στη θάλασσα, όπου ζουν οι πιο παράξενοι, περίεργοι, εκκεντρικοί, ανήθικοι, τρελοί αλλά και απλοί άνθρωποι. Μέσα από ένα σύνολο φωνών, ήχων και κινήσεων, οργανώνουν μια ξενάγηση πίσω από το προφανές, δίχως μουσικές και σκηνικά, με όργανα το σώμα και τη φωνή τους, ένα ταξίδι στο κόσμο των ονείρων που μπλέκεται συνεχώς με τον πραγματικό.
Η παίγνια διάθεση, η ειρωνεία, ο σαρκασμός και η βαθειά αίσθηση του χιούμορ, τα χαρακτηριστικά του κειμένου που η μεταφράστρια Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ κατάφερε να περάσει απαλείφοντας ,εύστοχα, τον λυρισμό από στις σκηνές της καθημερινότητας και βάζοντάς τον επιλεκτικά σε κάποιους χαρακτήρες, όπως στα χείλη του «αιδεσιμότατου» όταν γίνεται ποιητής , ενώ χωρίς φειδώ αφέθηκε επιδέξια να ζωγραφίσει σουρεαλισμό στις φράσεις ενός «τρελού» όταν μονολογεί, για παράδειγμα, «αυτό το παπούτσι δεν έχει πόδι ούτε γάμπα».
Δεν μπορούμε, ωστόσο, να παραλληλίσουμε το ποιητικό κείμενο με την εποχή της κρίσης που βιώνουμε. Όμως, επειδή όλα τα χάσαμε πια, τα σπίτια, τα εργοστάσια, τους μισθούς, την ανεξαρτησία μας, τη σύνταξη, τις διακοπές ,τα επιδόματα ,τη δουλειά μας, την ελπίδα για το μέλλον και μάς έμειναν το χρέος, οι φόροι, το άγχος, η ταπείνωση, οι μικρές αγγελίες κι η απελπισία, θάψαμε μαζί τους και την κοινωνικότητα που οι παλιές φτωχικές μέρες των παππούδων μας είχαν καλλιεργήσει και είχαν κληροδοτήσει σε μας. Στεγνώσαμε από τις γεύσεις, τις μυρωδιές της γειτονιάς και σε τούτο το έργο τις ξαναβρίσκουμε, τις αναμοχλεύουμε και κάποιοι ,ίσως, τις κρατήσουν.
Η παράσταση έχει ρυθμούς βίντεο-κλιπ. Αστραπιαία περνούν από τα μάτια οι καταστάσεις και τα γεγονότα, οι χαρακτήρες μπερδεύονται, αυτονομούνται ή χάνονται δίνοντας τη θέση τους σε άλλους, πλημμυρίζει από ζωή η αίθουσα, ζωή από σουρεαλιστικό παραμύθι ή από κινηματογραφική φαντασία κι όλα αυτά μ’ ένα αξιοθαύμαστο τρόπο. Οκτώ νέοι άνθρωποι παίζουν, ακροβατούν, μιμούνται, τραγουδούν, απαγγέλουν, κοιμούνται, ξυπνούν, συγκινούνται, μαλώνουν, ερωτεύονται, ζουν.
Πολλή δουλειά από τον ευφάνταστο σκηνοθέτη, από τους ταλαντούχους ηθοποιούς. Δουλειά που ανταμείβεται με θερμό χειροκρότημα και επαναλαμβανόμενα «μπράβο».
Τελευταία, ανέβηκαν αρκετές παραστάσεις με αφηγηματικό θέατρο. Θαρρώ πως η εποχή επιτάσσει σκηνοθετικές «ματιές» και δρόμους έξω από τη σύμβαση. Το αφηγηματικό θέατρο έχει να κάνει με την επιστροφή τού θεάτρου στις ρίζες του, που είναι η υπόσταση του ηθοποιού σαν υποκριτή, σαν αφηγητή αλλά και σαν ποιητή και παραμυθά. Ένας ηθοποιός που λέει ιστορίες. Φυσικά δεν είναι καινοτομία πια και δεν είναι ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης ο πρώτος που το ψάχνει. Το έχω δει και από τον Λιβαθινό στο «Πεθαίνω σα χώρα» και, εσχάτως, από τον Καλαβριανό στο «Γιοι και κόρες». Είναι εμφανές στο «Κάτω από το Γαλατόδασος» ότι τον σκηνοθέτη ενδιαφέρει αυτό το σημείο, όπου ο αφηγηματικός λόγος ενώνεται με τη θεατρική πράξη κι ακόμη, ο τρόπος που απευθύνεται ο ηθοποιός στο κοινό- κατά πρόσωπο- κι όταν πρωτοείδα την εφαρμογή τού τρίτου προσώπου σαν πρώτο, ήταν μια σημαντική φιλοσοφική κίνηση τού πώς χρησιμοποιεί κανείς στη ζωή το τρίτο πρόσωπο σαν πρώτο. Αυτό είναι ένα από τα κλειδιά του αφηγηματικού θεάτρου, καθώς ένα μεγάλο μέρος της λογοτεχνίας μιλάει σε τρίτο πρόσωπο αλλά τι σημαίνει τελικά τρίτο πρόσωπο στη ζωή μας; Θα έλεγα «εμείς είμαστε αυτός και αυτός μιλάει για μας». Αυτό ακριβώς εισπράξαμε στη συγκεκριμένη παράσταση, οι θεατές.
Στα πολλά συν θα πω κι ένα πλην. Μου έλειψε η «ωριμότητα». Σε μια σειρά γεγονότων που εξιστορούνται στη σκηνή από νέους ανθρώπους και που αφορούν ήρωες τρίτης ηλικίας, δεν μπορεί ο νεαρός ηθοποιός να τους ερμηνεύσει ρεαλιστικά. Αναγκαστικά τους παρωδεί. Όχι γκροτέσκα, αλλά, ορθώς, σουρεαλιστικά. Θα ήταν ευχής έργον να βρίσκονταν στην ομάδα ώριμος ηθοποιός κι ας μην ακλουθούσε την ταχύτητα των νέων. Αυτός ο συγκεκριμένος σκηνοθέτης, θα είχε σίγουρα τρόπο να ισορροπήσει την κατάσταση. Αίφνης, η νεαρή Μαρία-Ιωάννα Παπαθανασίου, που υποδύθηκε μεταξύ άλλων και την κυρία «Φτου», αρκέστηκε στις γκριμάτσες. Δεν είχε την ικανότητα ή το ένστικτο, λόγω νεαρής ηλικίας, να μεταμορφωθεί σε «ώριμη» γυναίκα. Σοφά ο σκηνοθέτης ισοσκέλισε την αδυναμία με την «εκμετάλλευση» του ιδιαίτερου θησαυρού που έχει. Τη φωνή . Της έδωσε τραγούδι. Εξαίσια ερμηνεία. Επιβλητική η μουσική σκηνή με την ίδια κορυφαία. Θα ξεχωρίσω από το αρμονικό σύνολο των ηθοποιών τον Ορέστη Παλιαδέλη, για την απολαυστική χρήση των εκφραστικών του μέσων και το δυνατό του ένστικτο να ξεχωρίζει χαρακτήρες και να τους πλάθει έξοχα με το σώμα, το πρόσωπο και τη φωνή.
Επειδή γνωρίζω ότι η δομή ενός θιάσου είναι εξαιρετικά δύσκολη και λεπτή υπόθεση, απλώς αναφέρω τι θα άρεζε σε εμένα, ως θεατή. Όμως, η πρόθεση παρωδίας ήταν ορατή και η κατάληξη ευτυχής.
Δείτε την παράσταση. Θα γευτείτε το σπινθηροβόλο πνεύμα του συγγραφέα, την εξαιρετική προσπάθεια των συντελεστών για το αποτέλεσμα, που είναι το «κέρδος».

2. http://www.artivist.gr/dylan-thomas/#.Uqv9UfslCby
Κάτω από το Γαλατόδασος: Ο Dylan Thomas μέσα από τα μάτια της θεατρικής ομάδας Angelus Novus
Νικιας Φονταρας

Από Artivist Team | στις 12/12/2013 | 0 Σχόλιο
general_el Περισσοτερη Τεχνη Πολιτισμος

Είναι η πρώτη φορά που νιώθω την ανάγκη να γράψω κριτική για μια παράσταση που βλέπω. Όχι για να μπορώ να λέω στον κόσμο ότι πλέον την έχω δει και κριτικός τέχνης, αλλά γιατί ένιωσα ότι έχω κατά κάποιο τρόπο ηθική υποχρέωση να το κάνω.
Αναφέρομαι στο «Κάτω από το Γαλατόδασος» του Dylan Thomas, το οποίο παίζεται στο Studio Όρα στη Θεσσαλονίκη. Πρόκειται για ένα πάρα πολύ απαιτητικό έργο που σκιαγραφεί τις ζωές καθημερινών ανθρώπων ενός φανταστικού παραθαλάσσιου ουαλικού χωριού, του Χλαρέγκιμπ. Με κείμενα καταιγιστικά και λόγο έντονα ποιητικό που διακόπτεται από τραγούδια και «ιντερμέδια», τα οποία σε πολλά σημεία θυμίζουν την εποχή του ’40, οχτώ ηθοποιοί καταφέρνουν με το καταπληκτικό και πάρα πολύ καλά δουλεμένο performance τους να κρατήσουν τα βλέμματα και το ενδιαφέρον του κοινού, σε ένα έργο χωρίς συγκεκριμένη πλοκή.
Κάποιες στιγμές ίσως να γίνεται λίγο κουραστικό αυτό το καταιγιστικό μοτίβο εναλλαγών προσωπικοτήτων, όμως οι υποκριτικές ικανότητες, οι άρτιες φωνές και κυρίως το κέφι και η αστείρευτη ενέργεια των ηθοποιών της ομάδας Angelus Novus γρήγορα σε επαναφορτίζουν και σε κρατούν καθηλωμένο μέχρι το τέλος.
Πολλά μπράβο και στον σκηνοθέτη της παράστασης Δαμιανό Κωνσταντινίδη, που τόλμησε να ανεβάσει ένα τέτοιο έργο με νέους ανθρώπους, παίρνοντας ένα ρίσκο που κατά τη γνώμη μου ήταν η συνταγή της επιτυχίας του. Έχοντας δει αρκετές απογοητευτικές παραστάσεις στην πόλη μας, ακόμα και από δυνατούς θιάσους, μπορώ να πω ότι αυτή την παράσταση θα στεναχωριόμουν αν την έχανα.

*


http://savaspatsalidis.blogspot.gr/2013/12/blog-post_4816.html
Γιορτή για τη ζωή: «Κάτω από το γαλατόδασος» στο Όρα

Αν περιμένετε ν’ ακούσετε κάποια ιστορία με αρχή και τέλος, μάλλον θα απογοητευτείτε. Γιατί στο «Κάτω από το γαλατόδασος», το ποιητικό δράμα του Ντύλαν Τόμας (1953), τίποτα δεν συμβαίνει. Ή μάλλον, αυτά που συμβαίνουν είναι τα μικρά και καθημερινά απλοϊκών ανθρώπων,
της κυρίας Όγκμορ, ιδιοκτήτριας πανσιόν, που διαρκώς γκρινιάζει στους δυο συζύγους της (έχουν πεθάνει), του Καπετάν Γάτο που ξαναζεί τις θαλασσινές του περιπέτειες, των δύο κυρίων Ψωμά, του Όργκαν Μόργκαν. Εβδομήντα τόσα άτομα μπαινοβγαίνουν στο κάδρο της φαντασίας του ποιητή για να καταθέσουν σκέψεις και επιθυμίες. Πουθενά πλοκή, κάποια συνέχεια, κορύφωση ή σύγκρουση. Μόνο θραύσματα λέξεων. Φωνές. Ένα γλωσσολάγνο σύμπαν τόσο πλούσιο που δεν ξέρεις τι να πρωτοθαυμάσεις. Για κάποιον που θα ήθελε να χαρεί τη γοητεία της ποιητικής λέξης στα αγγλικά, σίγουρα ο Τόμας ενδείκνυται. Ο κόσμος που φτιάχνει είναι μοναδικός. Κόσμος τρελός, μεθυσμένος (κυριολεκτικά) από το άρωμα της ζωής. Μια καντάδα, μια ελεγεία για τον έρωτα και την ανθρώπινη αθωότητα, που θυμίζει έντονα τη «Μικρή μας πόλη» του Θ. Γουάιλντερ.
Δοξολογία του «ζην»
Ο Τόμας, ο αθεράπευτος πότης, ο Μπουκόφσκι της Ουαλίας, κοιτά με απίστευτη τρυφερότητα όλα αυτά τα πλάσματα που βολοδέρνουν στο χωριό Χλαρέγκιμπ. Λες και είναι φιλαράκια του. Και από μια άποψη είναι. Η ζωή τους, τα ανεκπλήρωτα όνειρά τους. οι έρωτες, οι χωρισμοί τους. Η φαντασία του εισχωρεί και στις πιο μύχιες σκέψεις τους και τις βγάζει στο φως. Και τότε το συνηθισμένο γίνεται ασυνήθιστο, το καθημερινό αιώνιο, το προσωπικό πανανθρώπινο, το παράδοξο οικείο. Και φτου από την αρχή. Πέφτει πάλι το σκοτάδι και οι φωνές των νεκρών πιέζουν ακόμη πιο πολύ τους ζωντανούς. “Να με θυμάσαι”, λέει η Ρόζι στον Καπετάνιο. “Πηγαίνω στο σκοτάδι του σκότους για πάντα”. Η ησυχία και η ηχώ της αιώνιας νύχτας, από όπου έρχονται οι φωνές. Εκεί όπου κι εμείς θα καταλήξουμε, θα ξεκουραστούμε, θα ονειρευτούμε. Υπάρχει μια απέραντη γαλήνη και αταραξία σε σχέση με το σκοτάδι, το τέλος. Κανείς δεν το φοβάται. Έχουν συμφιλιωθεί.
Ο Τόμας απλώνει τους στίχους του και τους μετατρέπει σε υπέροχα κύματα που σκάνε στις ακτές της φαντασίας του καθενός από μας. Και ο καθένας επιλέγει ό,τι του αρέσει. Και μιας και το ‘φερε η κουβέντα, ορίστε κάνα δυο φράσεις που πάντοτε μου άρεσαν σε αυτό το ποίημα –χωρίς την πολύ όμορφη μετάφραση της Κ. Αγγελικής Ρουκ στα χέρια μου (που φώτισε έξοχα τις διόδους προς το πρωτότυπο), καταφεύγω στα αγγλικά για να πάρετε μια μικρή γεύση: "Nothing grows in our garden, only washing" και "Oh, isn't life a terrible thing, thank God?". Χιούμορ μαζί με ένα μεγάλο ναι στη ζωή.
Η παράσταση
Σε αντίθεση με τη συνήθη πρακτική να δίνεται σε δύο ηθοποιούς η Α΄και Β΄ αφηγηματική φωνή, ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης, σκηνοθέτης με άποψη και ποιοτική συνέπεια, ρίσκαρε, μοιράζοντάς τη σε όλους τους συνεργάτες του (έμπειρους και άπειρους), θέλοντας έτσι να τους εμπλέξει πιο άμεσα ως συλλογικό σώμα. Επιλογή με πολλές παγίδες που υποστήριξε ωστόσο με θέρμη, ωθώντας την παράσταση προς μια λαϊκή γιορτή, σχεδόν σουρεάλ, κάτι ανάμεσα στη σωματική (μεταδραματική) περφόρμανς και το μπαχτινικό καρναβάλι. Κινήθηκε επάνω στα διάφορα αφηγηματικά επίπεδα, παρακολουθώντας τα ισότιμα, ώστε να μπορεί να εποικοδομεί κάθε φορά το επόμενο ζητούμενο του ενός, πάνω στο αρτιγέννητο δεδομένο του άλλου. Το αποτέλεσμα ήταν, σε γενικές γραμμές, ζωηρό και ζουμερό, ωστόσο εμφάνιζε κατά τόπους μια χαλαρότητα, που εκτιμώ πως θα τη θεράπευε (πυκνώνοντάς την) μια πιο εστιασμένη σκηνοθεσία του λόγου ως περφόρμανς. Η λέξη έδινε την εντύπωση πως είχε πιο πολύ το ρόλο «τροχονόμου» σωμάτων και δράσεων παρά ρυθμιστή, ταξιδευτή. Νομίζω πως εάν έμπαινε σε ρόλο πιο επιτελεστικό, θα μπόλιαζε την παράσταση με περισσότερη μαγεία, μια μαγεία που εύκολα θα μπορούσε να ενισχύσει (εννοώ φωτιστικά) το σκοτάδι. Το λέω αυτό γιατί στο πρωτότυπο η λέξη «darkness» είναι ιδιαίτερα φορτισμένη, όχι όμως δαιμονοποιημένη. Ο ποιητής είναι σαν να λέει πως όλοι χρωστάμε κι ένα θάνατο. Και αποδεχόμενος αυτό, προχωρεί και βγάζει μέσα από το σκοτάδι τη χαρά της ζωής.
Υπ’ αυτήν την έννοια, λοιπόν, αισθάνομαι, ως θεατής μιλώ πάντα, πως λίγο σκοτάδι (κάποιες στιγμές ίσως και απόλυτο σκοτάδι) θα ταίριαζε γάντι, καθώς θα ενίσχυε την ατμοσφαιρικότητα και την υπαινικτικότητά των δρωμένων και θα άφηνε μόνο το φως των λέξεων να λάμψει, φωτίζοντας με την ενέργειά του τη φαντασία μας στη μικρή πλατεία του «Όρα».Αναφέρομαι, όπως καταλαβαίνετε, σ’ ένα θέατρο των αφτιών. Ένα θέατρο που θα επέβαλλε και ορισμένους πιο χαμηλούς τόνους, κάποιες ανάσες στοχαστικής ηρεμίας, που να συνάδουν με την ηρεμία των έρημων δρόμων στην πόλη Νew Quay, εκεί όπου εμπνεύστηκε ο Τόμας και άρχισε να γράφει το ποίημα το 1944.
Ερμηνείες
Όσο για τους οκτώ νέους ηθοποιούς (Κλάδη, Μαστρογιαννίδης, Μιροσνιτσέμκο, Παλιαδέλης, Παπαδόπουλος, Παπαθανασίου, Ροϊλός, Τζέγκα) που κλήθηκαν να ζωντανέψουν το ποιητικό πανδαιμόνιο του ποιητή (με τις εβδομήντα τόσες φωνές) έπαιξαν με κέφι, επέδειξαν επιτελεστικό και μεταμορφωτικό αισθητήριο, αν και σε κάποιες στιγμές, βρίσκοντας αβάντα το μπαχτινικό ύφος της περφόρμανς, καπέλωναν (πιο πολύ οι πιο άπειροι της παρέας) τα δρώμενα υπερβάλλοντας. Πέραν τούτου, όλοι κινήθηκαν μέσα στο πνεύμα της σκηνοθετημένης περφόρμανς, καταθέτοντας μεράκι και μπόλικο ιδρώτα.
Πολύ σωστά επέλεξε ν’ αφήσει γυμνό το σκηνικό χώρο ο Α. Αποστολίδης. Πώς ν’ απλωθεί διαφορετικά η καλπάζουσα φαντασία;
Σάββας Πατσαλίδης
Αγγελιοφόρος της Κυριακής
15/12/2013

*


http://dartmagazine.gr/issue12/%CE%BC%CE%B9%CE%B1-%CE%BC%CE%AD%CF%81%CE%B1-%CE%BA%CE%AC%CF%84%CF%89-%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CF%84%CE%BF-%CE%B3%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CF%84%CF%8C%CE%B4%CE%B1%CF%83%CE%BF%CF%82/
Μια μέρα «κάτω από το Γαλατόδασος»
Της Κικής Μαριάδου (19/12/2013)
Πάντα με χαροποιεί μία εκδρομή ή ένα ταξίδι. Πόσο μάλλον όταν μου δίνεται η ευκαιρία για κάποια τέτοια εξόρμηση σε ένα ουαλικό χωριό που απέχει, μάλιστα, κάποια λεπτά μονάχα από το σπίτι μου. Το Χλαρέγκιμπ ήταν κρυμμένο στο ζεστό και φιλικό χώρο του studio Όρα. Έφτασα βράδυ κι έμεινα για μία μόνο ημέρα -ήταν όμως αρκετή, ώστε στο δρόμο της επιστροφής να έχω τις καλύτερες εντυπώσεις.
Η υποδοχή σε αυτό το παραθαλάσσιο χωριουδάκι κάτω από το Γαλατόδασος ήταν εξαιρετική. Τι κι αν οι κάτοικοι κοιμούνταν; Μου επέτρεψαν να μπω στα σπίτια, στις κρεβατοκάμαρες, στα όνειρα, και, κατ’ επέκταση, στο μυαλό τους. Κάπως έτσι, ο καθένας τους μου συστήθηκε μην μπορώντας στιγμή να προσποιηθεί (αφού τα όνειρα δεν μπορούμε να τα ελέγξουμε). Εγώ, άγρυπνος παρατηρητής, έφτασα στα ενδόμυχα του καθενός τους και, όταν την ανοιξιάτικη άναστρη νύχτα διαδέχθηκε το πρωινό, τους ακολούθησα στην καθημερινή τους ρουτίνα, ώσπου ο ερχομός της επόμενης νύχτας σήμανε την αποχώρησή μου.
Η μαγεία του χωριού κάτω από το Γαλατόδασος είναι ότι, παρόλο που πρόκειται για έναν τόπο φανταστικό και δη τοποθετημένο σε κάποια άλλη εποχή, είναι ο πιο αληθινός και σύγχρονος τόπος στον οποίο μπορείτε να βρεθείτε. Χωρίς περιτύλιγμα, ελκυστική συσκευασία ή προσποίηση, το Χλαρέγκιμπ ξεγυμνώνεται περήφανο μέσα από την ειλικρίνεια των κατοίκων του. Υπάρχει ο ΕλάιΤζέκινς, που αγαπά τον τόπο του και τον υμνεί σε κάθε ευκαιρία, ο Σεβάχ ο ναύτης, που δεν μπορεί να έχει την καθώς πρέπει και φαινομενικά απρόσιτη δασκάλα, ο Ντάι ο Ψωμάς, που δεν του φτάνει μια γυναίκα και ονειρεύεται ολόκληρα χαρέμια, η Πόλυ Καλτσοδέτα, που δεν μπορεί να ξεφύγει από την ανάμνηση του Γουίλι ή το κουτσομπολιό των συγχωριανών της και υπάρχουν άλλοι τόσοι με τους φόβους, τις επιθυμίες και τα πάθη τους να παίρνουν σάρκα και οστά και να τραγουδιούνται από οκτώ μαγευτικούς ηθοποιούς.
Αναμφίβολα, το «Κάτω από το Γαλατόδασος» είναι μια παράσταση αστεία και κομψά λιτή (χωρίς να μπορώ να προσδιορίσω τι ακριβώς εννοώ με αυτό το τελευταίο). Γέλασα αβίαστα όντας θεατής μιας απλής καθημερινής μέρας στη ζωή των ανθρώπων ενός χωριού που, για μένα, αντιπροσωπεύει όλο το είδος μας. Ήταν σίγουρα ένα ταξίδι που άξιζε.

*

ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ, τ. 102-103, ΙΟΥΛΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2013
Κριτική: Ζωή Βερβεροπούλου
Μια μέρα από τη ζωή τους
Ομάδα Angelus Novus , Ντύλαν Τόμας, Κάτω από το Γαλατόδασος
σκηνοθεσία Δαμιανός Κωνσταντινίδης
στο Studio Όρα,
Η ποιότητα μιας παράστασης εξαρτάται συνήθως από παράγοντες πολλούς. Το πρόσφατο εγχείρημα της ομάδας Angelus Novus, ωστόσο, αποδεικνύει πόσο καθοριστική μπορεί να είναι η επιλογή του έργου, όταν εξαρχής συνυπολογίζεται και η φυσιογνωμία του θιάσου που πρόκειται να το υλοποιήσει. Εν προκειμένω, το «Κάτω από το Γαλατόδασος» του Ντύλαν Τόμας έρχεται να εφαρμόσει γάντι στο ορεξάτο νεανικό team που το επωμίζεται και δείχνει να το διασκεδάζει πρώτα το ίδιο, σφύζοντας από ζωντάνια και δημιουργική ενέργεια (Στεργιάνα Τζέγκα, Αναστάσης-Δημήτρης Ροϊλός, Χρήστος Μαστρογιαννίδης, Δανάη Κλάδη, Μαρία-Ιωάννα Παπαθανασίου, Αναστασία Μιροσνιτσένκο, Ορέστης Παλιαδέλης, Χρήστος Παπαδόπουλος).
Πράγματι, για να παρασταθεί το πολύβουο ανθρωπολόι του φανταστικού χωριού του Χλαρέγκιπ που ξεπηδά από την πένα του ουαλού ποιητή, για να λειτουργήσουν οι συνηχήσεις της αφήγησης και των διαλόγων, για να μην ατονήσουν εντέλει οι αναπνοές και το ακροαματικό ταμπεραμέντο του - αφού για το ραδιόφωνο πρωτογράφτηκε (1953) - χρειάζονται ταχύτητες ειδικής τάξης, σχολαστικός συντονισμός και παλμική δυναμική φωνοσωμάτων που δεν θα το προδώσουν. Αυτό δηλαδή που κατάφεραν οι οκτώ ηθοποιοί του θιάσου, μπαινοβγαίνοντας σβέλτα σε πάνω από πενήντα διαφορετικούς μικρορόλους. Ζευγάρια, χήρες, κορίτσια, η δασκάλα, ο ταχυδρόμος, η καλόκαρδη «εύκολη» του χωριού, ο ιερέας, ο τυφλός καπετάνιος και ένα σωρό ακόμη χαρακτήρες ζουν επί σκηνής μια συνηθισμένη μέρα της ζωής τους: ο αφηγητής σκύβει πάνω από τα κρεβάτια τους, τρυπώνει στα όνειρά τους, αφουγκράζεται τις λύπες και τις κρυφές επιθυμίες τους, τους παρακολουθεί να ξυπνούν, να δουλεύουν, να νοσταλγούν, να ερωτεύονται, να τα πίνουν, να τσακώνονται και πάλι να πλαγιάζουν στο τέλος της μέρας για να ξαναζήσουν την επομένη από την αρχή. Η συγγραφική ιδέα είναι απλή, αλλά τόσο μαστορικά εκτελεσμένη, που καταλήγει ένα λογοτεχνικό θαυματάκι, εγκάρδιο, ολόφρεσκο ως σήμερα και ακαταμάχητα ποιητικό. Αυτή η φυσική ποιητικότητα του λόγου, απ’ όπου ξεχύνεται το αδιάκοπο γουργούρισμα του ανθρώπινου βίου, μεταφέρεται εξαιρετικά στη γλώσσα μας, χάρη στην μετάφραση της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ, που αντιστοιχίζει τον ευφάνταστο λυρισμό και τις λέξεις-σπίθες του Τόμας σε ευέλικτα, ρυθμικά ελληνικά, ενώ αποδίδει με ευαισθησία την ατμόσφαιρα και το πολύχρωμο σύμπαν του.
Πάνω σε τούτη την κειμενική βάση ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης χτίζει μια πρόσχαρη, σφιχτοδεμένη και πολύ γρήγορη παράσταση, που έχει το αλέγρο σκέρτσο των κινουμένων σχεδίων, με ταλαντούχα νέα παιδιά που τα καταφέρνουν εξίσου καλά στην υποκριτική και στο τραγούδι∙ μια ενσώματη ορχήστρα στην ουσία, που όχι μόνο έχει κουρντιστεί στους σωστούς τόνους, αλλά ξέρει να πειθαρχεί όσο και να επινοεί, να ισορροπεί με μέτρο ανάμεσα στην κωμικότητα και τη χάρη, να πείθει ότι γνωρίζει ακριβώς τί εκφωνεί και πού στοχεύει. Σημαντικό στοιχείο της παράστασης το πολύ όμορφο μουσικό της μέρος (Κώστας Βοζίκης), με τραγούδια που εκτελούνται χωρίς καθόλου όργανα, συνάδοντας με τη λιτή λογική του εγχειρήματος και υποβάλλοντας κλίμα.
Η αξιοποίηση της χωροταξικής ιδιομορφίας του studio Όρα είναι άλλη μια παράμετρος που πρέπει να υπογραμμιστεί, καθώς ό,τι θα μπορούσε να λειτουργήσει περιοριστικά (οι πολλές κολόνες) αντιμετωπίζεται ως πρόκληση και ενσωματώνεται επιτυχημένα στο πολυπρόσωπο και γοργό σκηνοθετικό concept. Το αγουροξυπνημένο χωριό ντύνει με ατημέλητα νυχτικά και εσώρουχα ο Απόστολος Αποστολίδης, την καθημερινότητά του φωτίζει η Έλενα Κώτση, την ειδική κίνησή του επιμελείται η Αντιγόνη Μπάρμπα, όλοι τους συνοδοιπορώντας προς την ίδια κατεύθυνση.
Εν κατακλείδει, μια δροσερή παράσταση συνόλου, που μας καλεί να επανεκτιμήσουμε την αθωότητα του ελάχιστου και τα δυο πρωταρχικά συστατικά του θεάτρου: το κείμενο και τον ηθοποιό.

*

03/04/2014

http://www.arive.gr/pages/write_about/views/galatodasos/galatodasos.html

Κάτω από το Γαλατόδασος
Ένα ταξίδι στο όνειρο από την ομάδα Angelus Novus
Οχτώ άνθρωποι πάνω στη σκηνή ντυμένοι σαν να βγήκαν μόλις από όνειρο. Ή μήπως ετοιμάζονται να μας βάλουν εμάς τους θεατές στο μαγικό όνειρό τους; Όλοι μαζί κουνούν το στόμα τους, ένας όμως μόνο μιλά. Ψάχνεις να βρεις από πού έρχεται η φωνή. Δεν μπορείς! Είναι όλοι τόσο εκφραστικοί. Στόμα, μάτια, χέρια όλα εναρμονισμένα με την αφήγηση. Ξεκινούν να πουν μια ιστορία. Προσπαθώ να διακρίνω τα ποιητικά τους λόγια. Λένε μια ιστορία παραμυθική, περίεργη και τόσο αντιφατική από αυτόν τον σκοτεινό και απαισιόδοξο κόσμο που αποκαλείται πραγματικότητα. Μια ιστορία για ένα παραθαλάσσιο χωριό της Ουαλίας, με ένα μεγάλο, μαγικό Γαλατόδασος και κατοίκους τόσο όμοιους, αλλά και τόσο διαφορετικούς από όλους μας. Μπαίνουμε έτσι όλοι μαζί στο καράβι που θα μας ταξιδέψει στο παράξενο χωριό. Δεν το βλέπω βέβαια μπροστά μου αλλά το λίκνισμα των κορμιών κάνει τόσο έντονη την αίσθηση που είμαι σίγουρη πια: το ταξίδι για το Γαλατόδασος έχει ξεκινήσει και προοιωνίζεται συναρπαστικό.
Με αυτόν τον άκρως εντυπωσιακό τρόπο, δηλαδή με τραγούδια, κίνηση, αερικά πανιά και λόγια λυρικά, μας καλωσόρισε η ομάδα Angelus Novus στη θεατρική της παράσταση «Κάτω από το Γαλατόδασος» του Ουαλού ποιητή Ντύλαν Τόμας, μεταφρασμένο από την πολύ σημαντική ποιήτρια Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ και σε απίστευτη σκηνοθεσία του Δαμιανού Κωνσταντινίδη. Το «Κάτω από το Γαλατόδασος» λοιπόν, δεν είναι απλά μια παράσταση. Είναι μελωδία ταξιδιάρικη που σε παρασέρνει στα καταπράσινα λιβάδια όχι μόνο της Ουαλίας αλλά και της ψυχής. Είναι κίνηση επιμελώς ατημέλητα εναρμονισμένη, σωμάτων αρσενικών και θηλυκών, νέων και γηραιότερων, εύκαμπτων και δήθεν άκαμπτων που δίνει την αίσθηση της απόλυτης ρεαλιστικής αποτύπωσης της φυσικής ροής της.
Είναι λόγια έμμετρα, μουσικά, που κρύβουν μέσα τους, χρώματα, αρώματα, εικόνες και αισθήματα. Είναι άνθρωποι που ενώ με την πρώτη ματιά νομίζεις ότι σου είναι οικείοι -ο παππάς, ο ψωμάς, ο δάσκαλος, ο ναύτης, ο καπετάνιος, η παντρεμένη ανικανοποίητη γυναίκα, η χήρα, η γεροντοκόρη, η απατημένη, η ελεύθερη και ωραία νέα- όταν έπειτα σου ξεδιπλώνονται, καταλαβαίνεις ότι κρύβουν μέσα τους μια ιδιαίτερη τρέλα, μια αναπάντεχη αλήθεια, μια παιδικότητα χαμένη, μια ζωή ιδωμένη μέσα από χιουμοριστικό πρίσμα, κάτι που σίγουρα στην καθημερινότητά μας έχει χαθεί. Και ίσως αυτή να είναι και η μαγεία των κατοίκων στο Γαλατόδασος.
Η ομάδα Angelus Novus τόσο φρέσκια, τόσο συγχρονισμένη και σύγχρονη, μας έκανε να πιστέψουμε όχι μόνο στο μαγικό Γαλατόδασος, αλλά και στο ότι η τέχνη μπορεί και συνεχίζει να εκφράζει την όμορφη όψη της ζωής. Η σκηνοθεσία ευφάνταστη, στηριγμένη εξ ολοκλήρου στα σώματα, στις κινήσεις, στα βλέμματα και στις φωνές των ηθοποιών. Η μουσική και όλοι οι ήχοι βγαλμένοι φυσικά μέσα από σφυρίγματα, δάχτυλα, πνοές. Η παράσταση φτιαγμένη με πολύ διάθεση, κέφι, θέληση και μπόλικο ταλέντο. Το ταξίδι στο Γαλατόδασος ήταν πραγματικά ένα ταξίδι στην όνειρο.
Η παράσταση ήταν στα πλαίσια της εβδομάδας θεάτρου που διοργάνωσε η Κ.Ε.Π.Α. Δήμου Βέροιας και το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Βέροιας
κείμενο | δήμητρα_λαμπροπούλου

Η ταυτότητα της παράστασης | Για το έργο και τη σκηνοθεσία | Kριτικές για την παράσταση του 2016

Επιστροφή

 

 
 
  design & support by Design & Support by ITIS - Visit our website   Επικοινωνία | Αρχική