Αρχική Σελίδα - Home Page      
  Angelus Novus | Ο Θάνατος του Τενταζίλ |  
 
  Angelus Novus
  Θέατρο ΌΡΑ
  Παραστάσεις
  Φαύστα ή Η Απολεσθείς Κόρη
  Ένα κάρο παραμύθια
  Preparadise Sorry Now
  Οράτιος και Mauser
  Η Φόνισσα
  Ο Μαύρος Πρίγκιπας
  Τρικυμία
  Στα Άκρα
  Scabrio 2
  Ηρακλείδαι
  Όπως Σας Αρέσει
  Ο Θάνατος του Τενταζίλ
  Πώς να πω
  Ικέτιδες
  Είστε όλοι σας καθάρματα
  Το Συσσίτιο
  Insenso
  Η Σονάτα των φαντασμάτων
  Κάτω από το Γαλατόδασος
  Κουκλοθέατρο
  Θεατρικά Βραδινά
  Τρέχουσα Περίοδος
  Στούντιο Κοιτώνες
  Περί Θεάτρου
  Επικοινωνία
 

Επιστροφή

κριτικές

ΤΕΝΤΑΖΙΛ_ΚΡΙΤΙΚΕΣ

 

 

-Μαρία Κυριάκη στο Επί σκηνής, Μάρτιος 2010

Ο ευφυής Κωνσταντινίδης επιχείρησε να αποδώσει το σοφό και γεμάτο συμβολισμούς αυτό μύθο, μέσα από μια σκηνοθετική και υποκριτική γραμμή που ανακλά κατευθείαν στην αδυναμία της αυτεξιουσιότητας του ανθρωπίνου όντος. Οι ηθοποιοί του κινούνται σαν μαριονέττες ενώ ταυτόχρονα αποδίδουν τους ρόλους τους σαν να τους είχαν επαναλάβει άπειρες φορές εις το διηνεκές, παγιδευμένοι στη διαρκή κι αδυσώπητη εξουσία της αράχνης-γιαγιάς βασίλισσας, η οποία τους επιβάλλει το να βιώνουν το εφιαλτικό παραμύθι σαν μια ατέρμονη κυκλική πορεία, χωρίς ελπίδα διαφυγής προς τη λυτρωτική διέξοδο της φαλλικής σπείρας. Οι τρεις ανίκητες πεπλοφόρες εμφανίζονται σαν οι κινητήριες δυνάμεις μεγάλων, συντριπτικών όγκων σκοταδιού, που παγιδεύουν το αγόρι και τις δύο αδελφές του, εμποδίζοντας τις κινήσεις τους κι εξαναγκάζοντάς τους σε μια δυναστική υπνοβασία. Η άνοδος-γολγοθάς της αδελφής στα σκαλοπάτια που οδηγούν στο άντρο-θυσιαστήριο, στο οποίο έχει οδηγηθεί ο αδελφός της, αναπαρίσταται σαν μια μαρτυρική πορεία, γεμάτη από οδυρμό και φόβο, μέσα από τη σκηνοθετική επεξεργασία. Η παράσταση μεταποιείται η ίδια στον εφιάλτη, τον οποίο εξιστορεί το δράμα, εξαναγκάζοντας τον θεατή να ταυτιστεί ή να αποχωρήσει ψυχικά και πνευματικά. Μια βαθιά επαναστατική προσέγγιση που ανοίγει έναν νέο δρόμο για τον ταλαντούχο σκηνοθέτη, ο οποίος, αν τον ακολουθήσει συνειδητά στο μέλλον, είναι σίγουρο πως θα οδηγηθεί σε μια μέθοδο που θα επηρεάσει θετικά το θεατρικό προφίλ και της χώρας μας και της ομάδας του.

Εξαιρετικοί οι ηθοποιοί, με θαυμάσιο έλεγχο των φωνητικών τους προσόντων  και πολύ καλά οργανωμένοι κινησιολογικά αλλά αισθητή η απουσία του παιδιού στο ρόλο του Τενταζίλ, το οποίο λόγο υπερκόπωσης, αντικατέστησε επάξια η μία από τρεις πεπλοφόρες.

Τα σκηνικά εξυπηρετούν με έμπνευση το σκηνοθετικό εύρημα επιτείνοντας το κλειστοφοβικό πνεύμα του έργου. Οι ατμοσφαιρικοί αλλά και δυναμικοί φωτισμοί που εμβολίζουν τις δράσεις, όπως και η μουσική που επιτείνει την αίσθηση θρίλερ, προσθέτουν στην αρτιότητα του όλου αποτελέσματος.

***

-ανυπόγραφο Στοtripradio.gr, Μάρτιος 2010

Ποιος; Τι; Πώς; Μέτερλινκ; Στις μέρες μας; Μα, ποιος στο καλό κάνει Μέτερλινκ, στατικό δράμα και εξπρεσσιονιστική υποκριτική; Εγώ προσωπικά δεν έχω δει ποτέ.
Ο Μώρις Μέτερλινκ, νομπελίστας (1911) συγγραφέας, πρωτοπόρος του Συμβολισμού και υποστηρικτής του στατικού δράματος- κι όταν λέμε στατικό εννοούμε ακριβώς αυτό!, ασχολείται με τίποτα λιγότερο από τον θάνατο, την δύναμη της μοίρας και την υπαρξιακή αναζήτηση για το νόημα της ζωής. Βαριές κουβέντες.  
Κι όμως ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης και η ομάδα Angelus Novus στο Βαφείο ανεβάζει το Θάνατο του Τενταζίλ, το αλληγορικό εφιαλτικό παραμύθι για το θάνατο ενός μικρού αγοριού ύστερα από την διαταγή μιας άσχημης κι αθέατης κακιάς βασίλισσας, καθώς οι αδερφές του στέκονται ανίκανες να τον βοηθήσουν. Μέσα σε ένα επιτυχημένο σύνολο μουσικής (Κώστας Βοζίδης), φωτισμού (Ελίζα Αποστολοπούλου) και σκηνικών-κουστουμιών (Απόστολος Αποστολίδης), ο σκηνοθέτης καταφέρνει να δημιουργήσει μία απειλητική ατμόσφαιρα και να αναδείξει τους ήρωες σαν σύμβολα-ιδέες. Με μίνιμαλ και απλά μέσα το έργο μεταφέρεται στον κόσμο του «Ήταν μια φορά κι ένα καιρό μια (πολύ) κακιά βασίλισσα σ’ένα (πολύ) σκοτεινό πύργο...» χωρίς να χάσει ούτε λεπτό την βαρύτητα της ιστορίας: Πώς να σταθούμε απέναντι στην χαιρέκακη μοίρα, που μας παίρνει αδίστακτα και κατ’εξακολούθηση αυτά που αγαπάμε;   
Είμαι πολύ ευτυχής που ο σκηνοθέτης επέμεινε στο εξπρεσσιονιστικό παίξιμο και οι ηθοποιοί του το υποστήριξαν έτσι, με αξιοσημείωτη την Δέσποινα Παπάζογλου στον πρωταγωνιστικό ρόλο της Υγκρέν. Αργές κινήσεις, έντονοι μορφασμοί προσώπου που θυμίζουν κάτι από Δρ. Καλιγκάρι, και εικόνες-στιγμιότυπα, όπως αυτή του φινάλε, ήταν μια αναπάντεχη έκπληξη στον κατακλυσμό του ρεαλιστικού ή/και  μεταμοντέρνου πανικού στον οποίο ζει το θέατρο στις μέρες μας.


 

Λέανδρος Πολενάκης, στην Αυγή της Κυριακής - 04/04/2010 ,:

 "Ο θάνατος του Τενταζίλ" στο "Θ. Βαφείο"

ΜΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ-ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ANGELUS NOVUS

Το κίνημα του συμβολισμού που ξέσπασε περίπου το 1885 στη Γαλλία για να μεταδοθεί αστραπιαία και στις άλλες χώρες της Ευρώπης είχε ως επιδίωξη να απαλλάξει την ποίηση και την τέχνη από τη στείρα μίμηση τον άγονο νατουραλισμό και τη λατρεία της φόρμας, αξιοποιώντας τη διαίσθηση, το συναίσθημα και το όνειρο, εισάγοντας το αίνιγμα και τον μύθο, για να ανοίξει νέους, άγνωστους δρόμους προς μια ολιστική, "συμπαντική" σκέψη, χωρίς τα δεσμά του, σε στενή έννοια, ορθολογισμού. Στην πραγματικότητα άνοιξε τον δρόμο στον μοντερνισμό και μετά από αυτόν στον υπερρεαλισμό.

Θεωρούμενος ως διαπρεπής εκπρόσωπός του συμβολιστικού κινήματος, ο Βέλγος Μορίς Μαίτερλινκ (1862-1949), γνωστός κυρίως στην Ελλάδα από το παραμυθόδραμά του "Το γαλάζιο πουλί", πηγαίνει ωστόσο ένα βήμα πιο πέρα, όντας περισσότερο ένας "μυστικός" του θεάτρου, ο οποίος εισάγει την έννοια της μυητικής εξαγνιστικής και αναγεννητικής θυσίας, μέσα σε έναν συσσωρευτικό πολιτισμό που θεωρεί τον θάνατο ως ένα οριστικό τέλος και όχι ως ένα τόπο μετάβασης. Με μοιραία συνέπεια την προσκόλληση του ανθρώπου σε μια ανάπηρη ζωή, αφοσιωμένη στο άπειρο κέρδος και στην ανακυκλούμενη λαγνεία της εξουσίας.

"Ο θάνατος του Τενταζίλ" που εντάσσεται από τον συγγραφέα σε μια ενότητα "μικρών έργων για μαριονέτες", είναι με αυτήν την έννοια ένας μεταλλαγμένος μεσαιωνικός μύθος που οι ρίζες του φθάνουν μέχρι τον "Κύκλο του βασιλιά Αρθούρου" από όπου προέρχονται τα ονόματα των ηρώων, αλλά και στη γερμανική κοσμογονία, σύμφωνα με την οποία στην αρχή υπήρχε το δέντρο του κόσμου (Υγκντραζίλ) από το οποίο αποκόπηκαν δύο ανθρώπινα όντα, αρσενικό και θηλυκό, που γέννησαν κατόπιν τους ανθρώπους. Ο μύθος αυτός μάλιστα έχει επηρεάσει πιθανότατα τον Χάινριχ Κλάιστ στο "δοκίμιο για τη μαριονέτα", όπου ο συγγραφέας μας μιλά, όπως ο Μαίτερλινγκ, για το "πλεονέκτημα της (ξύλινης) κούκλας που αιωρείται απέναντι στον άνθρωπο, επειδή η παρουσία μνήμης ταράζει την ισορροπία του ανθρώπινου όντος και οδηγεί στην απώλεια της χάρης του...". Για να αναρωτηθεί κατόπιν ο συγγραφέας: "μήπως θα έπρεπε να ξαναγευθούμε τον καρπό της γνώσης και να επιστρέψουμε άλλη μια φορά στο "ξύλο του δένδρου της ζωής, δηλαδή στην ηλικία της αθωότητας;".

Δεν είμαι έτοιμος αυτή τη στιγμή να αποδείξω κατά πόσον το έμμετρο "δοκίμιο για τη μαριονέτα" του Κλάιστ επηρέασε τη σκέψη και τη γραφή του Μαίτερλινκ, ιδιαίτερα στον "Τενταζίλ". Κάνω μόνο αυτή την υπόθεση εργασίας. Το όλο κλίμα όμως ταιριάζει: Ένα μικρό παιδί, ο Τενταζίλ, επιστρέφει στο "νησί" από όπου τον είχαν φυγαδεύσει οι δύο αδελφές του, Υγκραίν και Μπελανζέρ, για να τον σώσουν από μια ζηλόφθονη, εκδικητική μητέρα - βασίλισσα. Οι αδελφές του μαζί με τον παιδαγωγό Ανγκλοβάλ μάταια προσπαθούν να τον σώσουν από τις άγριες υπηρέτριές της που στέλνει η βασίλισσα για να τον απαγάγουν και να τον πάνε σε αυτήν. Μια πόρτα, βαριά σαν τάφου, κλείνει στο τέλος πίσω του... Θα μπορούσαμε ίσως να δούμε την στοιχειώδη υπόθεση αυτού του έργου ως μια παραλλαγμένη, "εκχριστιανισμένη" "Ορέστεια", καθαρμένη από τη δραματική πλοκή του πρωτότυπου και επικεντρωμένη στο γενεσιουργό μύθο, ενός νήπιου "Ορέστη", αθώου, που "θυσιάζεται" τελετουργικά και επιστρέφει στο "ξύλο της ζωής" (Σταυρό), πριν ακόμη συλλάβει καν στην σκέψη του τη "μνήμη" του προπατορικού αμαρτήματος ή του φόνου της μάνας...

Αυτή είναι μια μόνο ανάλυση που δεν εξαντλεί ασφαλώς ολόκληρη τη δυναμική του πολυεπίπεδου, σύνθετου αυτού έργου. Σημειώνω ακόμη ότι η παράσταση του έργου από τον Μέγιερχολντ στη Μόσχα, στάθηκε αφορμή της ρήξης του με το Στανισλάφσκι, που διαφωνούσε με τους χαμηλούς φωτισμούς...

Το έργο μεταφράζει θαυμάσια και σκηνοθετεί ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης με την ομάδα Angelus Novus της Θεσσαλονίκης, στο Θέατρο "Βαφείο". Είναι μια αριστουργηματική και γνήσια αντιμιμητική, εξαντλητικά και επίπονα δουλεμένη παράσταση, από ποίηση μουσική, φως και σκιές, όπου όλη η ενέργεια των ασκημένων, με κατακτημένη πλήρως την τεχνική της "ανθρώπινης μαριονέτας" (κυριολεκτικά στην περίπτωση ο όρος), έξι, ισάξιων ηθοποιών (Γιώργος Κρήτος, Έλλη Μερκούρη, Άννη Ντουμούζη, Δέσποινα Παπάζογλου, Καλλιόπη Σίμου, Μαρίνα Χατζηιωάννου), συγκεντρώνεται εκπληκτικά στα ακροδάχτυλά της! (Κίνηση Έφης Δρόσου). Μια παράσταση κυριολεκτικά "γραμμένη στα ακροδάκτυλα", γεμάτη χάρη και γοητεία, που "εξαγνίζει" ομοιοπαθητικά το βαρύ της θέμα Τα "ευτελή" (με τη Θουκυδίδεια σημασία) σκηνικά κοστούμια του Απόστολου Αποστολίδη κερδίζουν, οι χαμηλοί και σκιώδεις γωνιακοί φωτισμοί της Ελίζας Αλεξανδροπούλου (ομάδα beforelight) τέμνουν χωρίς να τεμαχίζουν τα σώματα. Η μουσική του Κώστα Βοζίκη "σημαίνει τα καίρια". Για μια ακόμη φορά η Θεσσαλονίκη ανεβαίνει στην κορυφή των θεατρικών μας πραγμάτων.

 

Ελευθεροτυπία, Σάββατο 10 Απριλίου 2010

Θέατρο πέρα από ψυχολογία και μίμηση

**«Ο θάνατος του Τενταζίλ» Θέατρο Βαφείο

Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗ

Είναι ασφαλώς δύσκολο να εγγυηθώ ότι ο καθένας θα βρει στην επιμελημένη παράσταση της ομάδας Angelus Novus το ζητούμενο του θεάτρου που ενδιέφερε τον Μέτερλινκ.

Αξιοπρόσεχτες οι ερμηνείες σε μια κάπως ακαδημαϊκή παράσταση Ο τρόμος από την ανακάλυψη της σκιάς πίσω από τον φωτεινό και συγυρισμένο βίο, η διαπίστωση μιας άλλης ζωής μέσα από το παράξενο μονοπάτι των λέξεων και του αντίλαλού τους, είναι βαρύθυμες πια υποθέσεις για τον ορίζοντα της σύγχρονης πρόσληψης. Ακόμη όμως και αν αρκετοί δεν βρουν στο έργο του Βέλγου συμβολιστή την ξεθυμασμένη του ένταση, χωρίς αμφιβολία η παράσταση του θεατρολόγου και καθοδηγητή της ομάδας, Δαμιανού Κωνσταντινίδη, αποκτά ως εγχείρημα πολλαπλό ενδιαφέρον. Οχι μόνο γιατί γνωρίζει στη σκηνή μας ένα από τα σημαντικότερα δημιουργήματα του συμβολισμού, αλλά γιατί ισοσταθμίζει με αυτό την κάπως μονόπατη αντίληψή μας για τον μοντερνισμό στο γύρισμα του προηγούμενου αιώνα. Η βαριά πράγματι παρουσία του νατουραλισμού στη διαμόρφωση του νεότερου θεάτρου κρύβει από πολλούς τη σημασία που είχε για τη σύγχρονη τέχνη της σκηνής το έτερο, αντίθετο, κάποτε εφάμιλλο σε επιδόσεις κίνημα της απελευθέρωσης της τέχνης από τη δουλεία της πιστής ή της πιστότερης αναπαράστασης του κόσμου.

Σε αντίθεση με το αίτημα της εποχής και την επιταγή της επιστήμης για ένα βλέμμα τίμιο και ευθύβολο στον άνθρωπο και την κοινωνία του, το παλιό ρεύμα του ρομαντισμού θύμισε με τον παραπόταμό του, τον συμβολισμό, τον δεύτερο τρόπο του καλλιτέχνη να κοιτάει: με τα μάτια κλειστά και προς τα μέσα. Ο Μέτερλινκ υπήρξε για την πράξη του θεάτρου ό,τι ο Μαλαρμέ για τη θεωρία του: εισηγητής ενός θεάτρου που δεν δείχνει αλλά σημαίνει, δεν παίζει αλλά λειτουργεί, δεν ψάχνει αλλά βρίσκει.

Αν υπάρχουν αντιρρήσεις για τη σημασία αυτού του κινήματος στη διαμόρφωση της παγκόσμιας δραματουργίας, για τη σημασία του ειδικότερα στον χώρο της θεατρικής γλώσσας δεν υπάρχει ασφαλώς καμιά. Με ή χωρίς έργα, ο συμβολισμός γονιμοποίησε ένα θέατρο που δεν στηρίζεται στην ψυχολογία και τη μίμηση, που ξεκινάει από συλλογικά αποκτήματα για να καταλήξει στην αυτογνωσία, και το οποίο χρησιμοποιεί το τελετουργικό στοιχείο για την ανάκληση της ειδικής συγκινησιακής κατάστασης της θρησκευτικής μυσταγωγίας. Πέρα από τη δραματουργική βαρύτητα του «Θανάτου του Τενταζίλ», άλλη τόση ή και μεγαλύτερη βαρύτητα έχει ο τρόπος με τον οποίο επιτάσσει τη σκηνική του ολοκλήρωση. Προβάλλει ένα νέο τρόπο υποκριτικής και ανεβάσματος, μια νέα συλλογιστική για το θέατρο. Χωρίς τον υπόγειο ποταμό του από σύμβολα και ασυνείδητα φερτά, δεν μπορούμε να κατανοήσουμε το σύγχρονο θέατρο του δημιουργού από τον Κάντορ και τον Γκροτόφσκι μέχρι τον δικό μας Τερζόπουλο.

Στο «Βαφείο» συναντούμε την υποβλητική ατμόσφαιρα του συμβολιστικού οράματος, όπως θα πρέπει να τη φανταστούμε στο θέατρο του Λινιέ-Πο. Παραμύθι, με σύσπαση τραγικότητας στο κέντρο. Δύο αδελφές προσπαθούν να γλιτώσουν από τα χέρια της κακιάς βασίλισσας τον μικρό αδελφό τους. Εις μάτην. Το θέατρο φτάνει έτσι τον θεατή του μέχρι τον τοίχο της γλώσσας και του κόσμου. Από την άλλη μεριά σημαίνει το μυστικό στοιχείο.

Αξιόλογη, αν και κάπως ακαδημαϊκή παράσταση. Η αντίληψη για έναν ηθοποιό «μαριονέτα», που «πεθαίνει» ως ορθολογικό ον και «ξαναζωντανεύει» σαν παρθένο σώμα του ασυνειδήτου έχει μπολιάσει μια σειρά από βιωματικές τάσεις της υποκριτικής. Αν παραβλέψει κανείς αυτή την παρατήρηση, η παράσταση του «Βαφείου» διέθετε αληθινή ατμόσφαιρα υποβολής και έκκεντρη λιτότητα μέσων. Με τα μέσα τους και την καθοδήγηση του σκηνοθέτη οι ηθοποιοί έδωσαν αξιοπρόσεκτες παρουσίες: Γιώργος Κρήτος, Ελλη Μερκούρη, Αννη Ντουμούζη, Δέσποινα Παπάζογλου (η αξιολογότερη, ως Ιγκρεν), Καλλιόπη Σίμου και Μαρίνα Χατζηιωάννου.

 

 

Κριτική του Γιώργου Δ.Κ. Σαρηγιάννη, στα ΝΕΑ, Σάββατο, 22 Μαΐου 2010


Σκληρή Ελεγεία


Το έργο. Ένα νησί. Και βαθιά, στην πιο σκοτεινή κοιλάδα του, ριζωµένο ένα αρχαίο κάστρο. Ερειπωμένο, ερεβώδες και λαβυρινθώδες. Στον πιο ψηλό πύργο του ζει η τρελή γριά βασίλισσα -ένα τέρας σχεδόν αόρατο. Που θέλει την εξουσία για πάντα. Για την κόρη της δεν µαθαίνουµε τίποτα. Ο γαμπρός της έχει πεθάνει. Και οι δυο γιοι τους έχουν χαθεί από προσώπου γης. Η βασίλισσα φαίνεται να ευθύνεται γι’ αυτό. Στο παλάτι ζουν οι δυο εγγονές της, η Ιγκρέν και η Μπελανζέρ, που έχουν φυγαδεύσει από το νησί τον τρίτο αδελφό τους, τον µικρούλη Τενταζίλ, για να τον γλιτώσουν από τα χέρια της.

Το παιδί, οι άνθρωποι της βασίλισσας που επιβουλεύεται τη ζωή του, το γυρίζουν πίσω. Παρά τη θέλησή του. Κουρασµένο και ανήμπορο. Οι δυο αδελφές του και ο ανήµπορος πια γέρος παιδαγωγός τους, ο Αγκλοβάλ, προσπαθούν να το προστατέψουν. Η βασίλισσα στέλνει τρεις υπηρέτριές της να το αρπάξουν και να της το φέρουν για να το ξεπαστρέψει. Η πρώτη τους απόπειρα πάει στον βρόντο. Αλλά η δεύτερη, όταν οι τρεις φύλακες - άγγελοι του Τενταζίλ, αποκαµωµένοι, κοιμούνται, πετυχαίνει. Το παιδί τροµαγµένο καλεί σε βοήθεια κι αν η Μπελανζέρ πέφτει λιπόθυµη, η Ιγκρέν τρέχει πίσω τους. Ανεβαίνει σκαλιά και σκαλιά και σκαλιά του πύργου για να βρεθεί µπροστά σε µια κλειστή, βαριά, σιδερένια πόρτα. Ο Τενταζίλ βρίσκεται πίσω της και καλεί σε βοήθεια βλέποντας την αδυσώπητη «αόρατη» βασίλισσα να πλησιάζει εναντίον του. Η Ιγκρέν φωνάζει, ουρλιάζει, παρακαλεί, ικετεύει για έλεος, βρίζει. Εις μάτην. Τίποτα. Έλεος δεν υπάρχει. Η πόρτα έχει κλείσει οριστικά. Πίσω της ακούγεται ο γδούπος από ένα κορµάκι που πέφτει.

«Ο θάνατος του Τενταζίλ» είναι το ένα από τα σύντομα «Τρία µικρά δράματα για µαριονέτες» (1894) του βέλγου συµβολιστή Μορίς Μέτερλινκ. Ο οποίος επέλεξε τη φόρµα του µεσαιωνικού παραµυθιού παραπέµποντας στον κύκλο των Ιπποτών της Στρογγυλής Τραπέζης και του Βασιλιά Αρθούρου αλλά και µε σαφείς αναφορές στους Ατρείδες (Ορέστης / Τενταζίλ, Ιγρέν / Ηλέκτρα, Μπελανζέρ / Χρυσόθεµις, Βασίλισσα / Κλυταιµνήστρα, Παιδαγωγός…). Ένα σκοτεινό συμβολικό παραµύθι είναι το έργο. Μια ελεγεία θανάτου. Κάτι σαν την µπεργκµανική «Έβδομη σφραγίδα». Η ανελέητη βασίλισσα που αρπάζει και σκοτώνει το αγοράκι δεν είναι παρά ο ίδιος ο θάνατος. Και ο αγώνας και ο θρήνος των αγαπηµένων του, ο τρόµος και η απόγνωσή τους µπροστά στο αναπόδραστο. Που γίνεται ανυπόφορα σκληρό όταν ο απερχόµενος δεν είναι παρά ένα παιδί. Χωρίς δράση, χωρίς χαρακτήρες, µε πρωταγωνιστή έναν έξοχο ποιητικό λόγο, το έργο µοιάζει, βέβαια, στενά δεµένο µε την εποχή του και µε την ξεπερασµένη σχολή του συµβολισµού.

Η παράσταση. Ένα τέτοιο κείµενο χρειάζεται να βρει τον σκηνοθέτη του για να µπορέσει να σταθεί σήµερα. Το συγκεκριµένο τον βρήκε στο πρόσωπο του Δαµιανού Κωνσταντινίδη. Ο οποίος µετέφρασε ο ίδιος µε γλωσσικό κύρος το κείµενο, επέλεξε έναν µικρό αλλά ιδεώδη για την ατµόσφαιρά του έργου χώρο και το ανέβασε αναδεικνύοντας τα προτερήµατά του και μετατρέποντας τα ελαττώµατά του σε προτερήµατα. Μια παράσταση σφιχτή, εύρυθµη, πηχτά γκρίζα όσο γκρίζος είναι ο τρόµος, γεµάτη ενέργεια, µε εξαιρετική κλιµάκωση µέχρι την κορύφωση του τέλους.

Αποφασιστική η συµβολή του Απόστολου Αποστολίδη που διαµόρφωσε τον χώρο σκηνογραφικά και σχεδίασε τα κοστούµια -µια συµφωνία σε γκρίζο και µαύρο- και της Ελίζας Αλεξανδροπούλου (οµάδα beforelight) που σχεδίασε τους φωτισµούς αλλά και του Κωστή Βοζίκη (µουσική) και της Εφης Δρόσου (κίνηση). Η Ελλη Μερκούρη, η Άννη Ντουµούζη, η Καλλιόπη Σίµου, η Μαρίνα Χατζηιωάννου και ο Γιώργος Κρήτος (ο πιο αδύναµος) εξυπηρετούν την παράσταση µε επάρκεια. Θα ξεχωρίσω τη Δέσποινα Παπάζογλου. Με την Ιγκρέν της αποδεικνύει ότι οι δυνατότητές της (φωνή, κίνηση, µέγεθος, στέρεος λόγος, εκφραστικότητα, διείσδυση στον ρόλο, αναγεννησιακή εµφάνιση) µπορούν να στηρίξουν και ρόλους πέραν των γνώριµων ρεαλιστικών και ψυχολογικών απαιτήσεων. Έξοχη!

Εν ολίγοις:

Μια πολύ ενδιαφέρουσα παράσταση ενός ιδιαίτερου έργου.

 

το έργο | σημειώσεις σκηνοθεσίας | η ταυτότητα της παράστασης | το κείμενο της παράστασης

Επιστροφή

 

 
 
  design & support by Design & Support by ITIS - Visit our website   Επικοινωνία | Αρχική